επιμέλεια Γιώργος Παπάζογλου
Πρωτοφανής αποδοκιμασία υπέστησαν οι αριστερές και «προοδευτικές» δυνάμεις στην Ιταλία, καθώς τα πέντε δημοψηφίσματα που προκάλεσαν για να προωθήσουν κοινωνικά και μεταναστευτικά αιτήματα κατέληξαν σε παταγώδη αποτυχία. Με συμμετοχή κάτω του 30%, τα δημοψηφίσματα κηρύχθηκαν άκυρα και το μήνυμα των Ιταλών ήταν «καμία διάθεση υποταγής στην αριστερή ιδεοληψία».
Μεταξύ των ζητημάτων που τέθηκαν στους Ιταλούς ψηφοφόρους ήταν και η μείωση από 10 σε 5 χρόνια του ελάχιστου χρόνου παραμονής για την απονομή υπηκοότητας σε μη Ευρωπαίους μετανάστες που εργάζονται στη χώρα – μια καθαρή προσπάθεια δημιουργίας νέου εκλογικού ακροατηρίου για την αριστερά μέσω της μαζικής πολιτογράφησης.
Η αντιπολίτευση, από το Δημοκρατικό Κόμμα έως τους Οικολόγους, επένδυσε πολιτικά στα δημοψηφίσματα, δηλώνοντας ανοιχτά ότι είναι «η ευκαιρία να ρίξουμε τους φασίστες από την εξουσία». Το αποτέλεσμα; Αποχή και στην ουσία ψήφος εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση Μελόνι και την πατριωτική συμμαχία που εξελέγη δημοκρατικά το 2022.
Παρά την κινητοποίηση 51 εκατομμυρίων Ιταλών ψηφοφόρων, ο ιταλικός λαός αδιαφόρησε για την ατζέντα της αριστεράς. Δεν παρασύρθηκε από τις συνθηματολογικές εξαγγελίες για «εργασιακά δικαιώματα» που έκρυβαν πίσω τους μία βαθύτερη στρατηγική αποδόμησης της ιταλικής ταυτότητας. Αντί να προκαλέσουν πολιτική αλλαγή, οι εμπνευστές των δημοψηφισμάτων κατάφεραν απλώς να εκτεθούν: με το ένα κόμμα να κατηγορεί το άλλο για λάθη και στρατηγικά φιάσκο.
Η Ιταλία παραμένει, με όλα τα προβλήματα και τις αναγκαίες «πολιτικές εκπτώσεις» σε πατριωτικά χέρια. Και όπως δείχνουν τα γεγονότα, ο ιταλικός λαός –όπως και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι– έχει αρχίσει να αντιστέκεται οργανωμένα στην αριστερή κυριαρχία που για δεκαετίες αποδομούσε τα έθνη, τις αξίες και την ευρωπαϊκή ταυτότητα.
Η Ιταλία έδειξε τον δρόμο. Θα τον ακολουθήσουμε;