
του Ευθ. Π. Πέτρου
Οι πληγές που άνοιξε η κρίση των Ιμίων, μένουν ακόμη ανοικτές. Πολλά ερωτήματα δεν έχουν απαντηθεί. Τις επιπτώσεις τις πληρώνουμε ακόμη, χωρίς μάλιστα να τις συνειδητοποιούμε. Για πολλούς από μας έχει μείνει η πικρή γεύση της εθνικής ταπεινώσεως και η οργή για αυτούς που φέρουν τις ευθύνες. Για να καταλογισθούν όμως αυτές οι ευθύνες σωστά, θα πρέπει να ανάλυση των γεγονότων να γίνει με ψυχραιμία. Και πρώτα να προσδιορίσουμε τι χάσαμε. Διότι έχουμε μείνει να συζητάμε το αν μπορούμε ή δεν μπορούμε να πάμε σε κάποιες βραχονησίδες τις οποίες υπό φυσιολογικές συνθήκες ίσως δεν αποφασίζαμε καν να πλησιάσουμε. Και αυτό είναι το επιχείρημα των εθνομηδενιστών: «Τι χάσαμε;».
Τον Νοέμβριο του 1995 η Ελληνική Κυβέρνηση μελετούσε ένα πρόγραμμα εποικισμού μικρονησίδων στο Αιγαίο με κρατική επιδότηση. Ανακοινώθηκε ότι το πρόγραμμα αποσκοπούσε στην ανάπτυξη μιας μορφής αγροτικού τουρισμού.
Στην πραγματικότητα, χάσαμε τα «διαμάντια του Αιγαίου»… Δύο μήνες πριν είχε αποφασισθεί ένα πρόγραμμα εποικισμού μικρονησίδων. Η παρουσία μονίμου πληθυσμού στις ακριτικές περιοχές του Αιγαίου θα ενίσχυε την εθνική κυριαρχία και θα αποτελούσε έναν ακόμη μοχλό ανατροπής της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών» που θέλει να επιβάλλει η Τουρκία. Η απαραίτητη υποδομή εποικισμού θα δημιουργείτο στις νησίδες Τοκμάκια Λέσβου, Βάτος Χίου, Αντικύθηρα Κυθήρων, Γαυδοπούλα Κρήτης και Νίμος, Στρογγυλή, Φαρμακονήσι και Καλόλιμνος Δωδεκανήσου. Η τελευταία ευρίσκεται πολύ κοντά στο σύμπλεγμα των Ιμίων.
Μόνο από την δημόσια προβολή του προγράμματος δημιουργήθηκε διεθνές ενδιαφέρον. Τους 2.000 περίπου έφθαναν οι Έλληνες και ξένοι υπήκοοι που εξεδήλωσαν ενδιαφέρον να μετάσχουν στον εποικισμό των νησιών. Λίγες ημέρες μετά, μέλη και φίλοι του Πολιτιστικού-Μορφωτικού Συλλόγου Αποφοίτων Σχολών Υπαξιωματικών Πολεμικού Ναυτικού επιβιβάστηκαν στο Πλοίο Γενικής Υποστηρίξεως «Έβρος» του Πολεμικού Ναυτικού δηλώνοντας: «Θα υψώσουμε τη γαλανόλευκη στα διαμάντια των θαλασσών μας, τις ακατοίκητες βραχονησίδες, που όπως διαπιστώσαμε κατά το ταξίδι τα περισσότερα από αυτά δεν είναι και τόσο βραχονησίδες, αλλά σπάνιας ομορφιάς νησιά».

Από εκείνη τη στιγμή και μετά η τουρκική αντίδραση είχε δρομολογηθεί. Η Άγκυρα περίμενε απλώς την κατάλληλη ευκαιρία. Η οποία δεν άργησε να εμφανισθεί. Στην Αθήνα την ίδια στιγμή, γινόταν το πρώτο λάθος. Ενώ προχωρούσε ένα πρόγραμμα σε παραμεθόριο περιοχή, τα Γενικά Επιτελεία είχαν πλήρη άγνοια.
Ουδείς θεώρησε σκόπιμο να ενημερώσει τις Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες θα καλούνταν να βγάλουν τα κάστανα απ’ τη φωτιά, σε περίπτωση που κάτι πήγαινε στραβά. Βεβαίως και το ΓΕΕΘΑ, που «εξωδίκως» μάθαινε τι συμβαίνει θα έπρεπε να είχε ζητήσει ενημέρωση και να είχε δώσει σχολιασμό επί του προγράμματος. Εδώ την ευθύνη φέρει ο τότε αρχηγός ΓΕΕΘΑ ναύαρχος Χρήστος Λυμπέρης. Ο τελευταίος προερχόταν από την αποστρατεία και ήταν εντόνως πολιτικοποιημένος. Είχε διατελέσει και μέλος της κεντρικής επιτροπής του ΠΑΣΟΚ. Οι πολιτικές επιλεκτικές του συγγένειες λοιπόν, δημιουργούσαν εξαρτήσεις που δεν του επέτρεπαν να φέρει σε πέρας την αποστολή του. Πάντα υποχωρούσε προ των πολιτικών. Οι ευθύνες του όμως, δεν περιορίζονται σε αυτό, όπως θα δούμε στην συνέχεια.
Η ελληνική ολιγωρία και υποχωρητικότητα
Η ευκαιρία που περίμεναν οι Τούρκοι δεν άργησε να δοθεί. Στις 26 Δεκεμβρίου 1995 το μικρό τουρκικό φορτηγό Figen Agat προσάραξε στα Ίμια. Η άρνηση του καπετάνιου του πλοίου να δεχθεί τις υπηρεσίες των Ελληνικών ρυμουλκών που πρότεινε το Λιμεναρχείο Καλύμνου και ο ισχυρισμός του ότι το ναυάγιο έγινε σε τουρκικό νησί άναψε τη θρυαλλίδα. Η «Σολομώντεια» λύση να αναλάβει τη διάσωση τουρκική εταιρεία που μίσθωσε ελληνικό ρυμουλκό δεν έφερε εκτόνωση της καταστάσεως. Λίγες ημέρες μετά το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ρηματική διακοίνωση ισχυριζόμενο: «οι νησίδες Ίμια αποτελούν εσωτερικό τμήμα της Τουρκικής επικράτειας, διοικητικά υπάγονται στην επαρχία Μούγλας και ανήκουν στην Νομαρχία Αλικαρνασσού (Μποντρούμ), γεωγραφικά ανήκουν στο χωριό Καράκαγια είναι δε εγγεγραμμένες στο κτηματολόγιο της Νομαρχίας Μούγλας.» Πέρασαν δέκα ολόκληρες ημέρες (αργίες Χριστουγέννων και Νέου Έτους!) για να ευαρεστηθεί η ελληνική πλευρά να εκδώσει απάντηση απορρίπτοντας τους τουρκικούς ισχυρισμούς και άλλες πέντε για να ενημερωθεί το ΓΕΕΘΑ και να ζητηθούν μέτρα ηυξημένης επαγρυπνύσεως στην ευρύτερη περιοχή των βραχονησίδων. Έχουμε φθάσει ήδη στις 16 Ιανουαρίου 1996.
Το χρονικό της κρίσης, αψυχολόγητες ενέργειες πολιτών και στρατιωτικώνΚαι έρχεται η κρίσιμη 25η Ιανουαρίου. Τέσσερις κάτοικοι της Καλύμνου με επικεφαλής το δήμαρχο και με τηλεοπτικό συνεργείο πήγαν στην ανατολική νησίδα Ίμια και τοποθέτησαν σε ένα πρόχειρο ιστό την ελληνική σημαία. Τα ανεύθυνα αυτά πρόσωπα όμως, έπρεπε να γνωρίζουν ότι όταν τοποθετείται κάπου η σημαία, δεν την αφήνουμε και φεύγουμε. Η σημαία πρέπει να φρουρείται.
Το Σάββατο 27 Ιανουαρίου ελικόπτερο με Τούρκους δημοσιογράφους από την Σμύρνη προσγειώθηκε στην ανατολική Ίμια, απέσυραν την ελληνική σημαία και τοποθέτησαν την Τουρκική. Το περιστατικό προβλήθηκε από την τουρκική τηλεόραση με τις δέουσες τυμπανοκρουσίες. Το μήνυμα έφθασε στο υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Από το σπίτι του ο υπουργός Αρσένης επικοινώνησε με τον αρχηγό του ΓΕΑ αντιναύαρχο Ιωάννη Στάγκα και έδωσε εντολή να αφαιρεθεί η τουρκική σημαία. Το περιπολικό «Παναγόπουλος» έσπευσε στην περιοχή.
Και εδώ αρχίζει μια σειρά λαθών που κλιμακώνουν την κρίση. Οι πολίτες δικαιούνται να αντιδρούν συναισθηματικά και παρορμητικά. Όχι όμως και οι ηγέτες και πολύ περισσότερο οι στρατιωτικοί.
Ο ναύαρχος Λυμπέρης παρεμβαίνει. Δίνει εντολή στον Στάγκα, να επανατοποθετηθεί ελληνική σημαία στην νησίδα. Εδώ είναι η πρώτη φορά που εμπλέκονται στρατιωτικοί. Αυτό συνιστά κλιμάκωση. Θα μπορούσε να γίνει αν υπήρχε προετοιμασία και σχεδιασμός. Δυστυχώς δεν υπήρχε. Και όσοι γνωρίζουν τον ναύαρχο Λυμπέρη ξέρουν ότι δεν ήταν σε θέση να χειρισθεί την κρίση…
Με το που φθάνει ο Αρσένης στο υπουργείο, ο Στάγκας αναφέρει ότι η τουρκική σημαία έφυγε και τοποθετήθηκε ελληνική. Ο Αρσένης αντιδρά: «Ποιος είπε να βάλουμε ελληνική σημαία;» Απολογητικά ο Στάγκας θέτει την παραίτησή του στη διάθεση του υπουργού. Ο τελευταίος όμως παραμένει ψύχραιμος: «Δεν θα παραιτηθεί ο αρχηγός του ΓΕΝ επειδή σηκώσαμε ελληνική σημαία σε ελληνικό έδαφος. Τώρα όμως, αφού έχουμε εκεί τη σημαία θα πρέπει να τη φρουρήσουμε».
Εδώ φαίνεται η έλλειψη προετοιμασίας. Σχέδια για τέτοιες καταστάσεις δεν υπάρχουν. Διαμορφώνονται εκ των ενόντων. Στέλνονται περιπολικά του Ναυτικού τα οποία θα φρουρούν τις νησίδες κατά την διάρκεια της ημέρας. Τη νύχτα θα αποβιβάζονται καταδρομείς για να φρουρούν τη σημαία. Όμως καταδρομείς διαθέσιμοι δεν υπάρχουν.
Ο αρχηγός του ΓΕΣ αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Βούλγαρης αναφέρει ότι χρειάζονται ημέρες, τουλάχιστον μια βδομάδα, για να προετοιμασθούν οι καταδρομείς, Έχει βέβαια τους λόγους του. Ξέρει ότι αν μετακινήσει αμφίβιους καταδρομείς από τα γειτονικά νησιά θα αποδυναμώσει την άμυνά τους που είναι ήδη ελλιπής λόγω της χαμηλής επανδρώσεως των μονάδων. Και αν η κρίση κλιμακωθεί σε πόλεμο, οι συνέπειες θα είναι καταλυτικές.
Έτσι αντί καταδρομέων, αποφασίζεται να σταλούν βατραχάνθρωποι του ΠΝ. Για κάποιες ημέρες το παιχνίδι συνεχίζεται χωρίς ένδειξη αποκλιμακώσεως. Το αντίθετο. Στην περιοχή φθάνουν πολεμικά πλοία και από τις δύο πλευρές. Ο ελληνικός Στόλος βγαίνει και παίρνει θέσεις σε όλο το Αιγαίο.
Η ανεπάρκεια της ηγεσίας
Η μοιραία νύκτα είναι η 31η Ιανουαρίου. Ο ναύαρχος Λυμπέρης που έχει αναλάβει ατύπως καθήκοντα αρχιστρατήγου (σχετικό Προεδρικό Διάταγμα δεν εκδόθηκε) έχει κάνει απανωτά λάθη. Επιμένει από το γραφείο του στο ΓΕΕΘΑ να παριστάνει τον τακτικό διοικητή. Έχουν συγκεντρωθεί πλοία, δυνάμεις κλπ και στην περιοχή των Ιμίων δεν έχει σταλεί ένας αξιωματικός να αναλάβει καθήκοντα τακτικού διοικητού στο πεδίο. Εκτελεί χρέη ο αρχαιότερος κυβερνήτης από την φρεγάτα «Ναβαρίνο». Είναι λύση ανάγκης. Αναγκαστικά αφαιρεί αξιωματικούς από την ιεραρχία του πλοίου για να εκτελέσουν καθήκοντα επιτελείου διοικητού.
Στην Αθήνα γίνεται κυβερνητική σύσκεψη (όχι επίσημο ΚΥΣΕΑ) στην οποία καλείται ο Λυμπέρης. Δεν είναι λάθος το ότι έφυγε από το Επιτελείο όπως του καταλογίζουν. Απεναντίας θα ήταν λάθος να μεταβεί ο Πρωθυπουργός στο ΓΕΕΘΑ. Θα συνιστούσε περαιτέρω κλιμάκωση για την οποία η ελληνική πλευρά δεν ήταν προετοιμασμένη.
Στη σύσκεψη επικρατεί κομφούζιο. Και τελικά πέφτει σαν κεραυνός η ενημέρωση από τους Αμερικανούς (που έβλεπαν από τους δορυφόρους τους) ότι οι Τούρκοι έχουν αποβιβασθεί στην δυτική Ίμια. Στο ΓΕΕΘΑ συνειδητοποίησαν εκείνη τη στιγμή ότι όταν λίγο μετά τα μεσάνυχτα κινήθηκαν τα τουρκικά πλοία επιδεικτικά προς την ανατολική Ίμια, έκαναν αντιπερισπασμό για να βγουν οι καταδρομείς τους στην δυτική…
Στο προθάλαμο ο Λυμπέρης βρίσκεται απέναντι στον πρώην αρχηγό του ναύαρχο Λεωνίδα Βασιλικόπουλο, που είναι εκεί υπό την ιδιότητα του διοικητού της ΕΥΠ.
Ο τελευταίος του δίνει τις συμβουλές του για τον χειρισμό της καταστάσεως και τον προτρέπει: «Χρίστο στους ώμους σου πέφτει η τιμή των Ενόπλων Δυνάμεων. Πήγαινε πάλι μέσα, πες τους το σχέδιο και αν δεν συμφωνήσουν άφησε στο τραπέζι το καπελάκι σου και την παραίτησή σου. Και να ξέρεις, ο πρωθυπουργός δεν αντέχει να πάει αύριο στη Βουλή και ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης με την παραίτηση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ στην πλάτη του».
Όλοι ξέρουμε τι έγινε. Ο Σημίτης απέρριψε το σχέδιο και ο πανικοβλημένος Λυμπέρης άρχισε να δίνει ανεδαφικές εισηγήσεις που τον καθιστούσαν όλο και πιο αναξιόπιστο. Όχι βέβαια ότι ήσαν πιο αξιόπιστοι οι παρόντες πολιτικοί. Η κατακλείς όμως είναι ότι εξ αιτίας όλων αυτών χάσαμε τα «διαμάντια του Αιγαίου».