γράφει ο Γιάννης Χ. Κουριαννίδης
Διευθυντής περιοδικού «Ενδοχώρα»
Οι μπεκτασήδες δερβίσηδες αποτελούν ένα θρησκευτικό τάγμα που εκφράζει μία θρησκευτική άποψη, η οποία συνδυάζει στοιχεία και από τον μουσουλμανισμό και από τον χριστιανισμό. Είναι προφανέστατα ένα δείγμα της αγωνιώδους προσπάθειας γηγενών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, της Χερσονήσου του Αίμου και άλλων περιοχών, να διασώσουν την πολιτισμική τους ταυτότητα μετά την επέλαση του κατακτητικού Ισλάμ και της βίαιης επιβολής της νέας θρησκείας.
Μικρές κοινότητες μπεκτασήδων υπάρχουν και στη χώρα μας, κυρίως στην περιοχή της Θράκης και ειδικότερα στον Έβρο, οι οποίοι μάλιστα μέχρι πριν λίγα χρόνια βρίσκονταν στο στόχαστρο της πολιτικής της Άγκυρας, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της για ομογενοποίηση των Ελλήνων μουσουλμάνων της περιοχής. Από κάποια στιγμή και μετά, βεβαίως, όταν έγινε αντιληπτό ότι θρησκευτικές και πολιτισμικές ταυτότητες (λ.χ. Αλεβίτες, Μπεκτασήδες, Πομάκοι κ.λπ.) δεν είναι εύκολο να δαιμονοποιηθούν και να απορροφηθούν από την τουρκική, επιχειρήθηκε η ομογενοποίησή τους ως δήθεν ποικιλόμορφες εκφάνσεις του «μεγάλου τουρκικού έθνους» και της «τουρκικής εθνικής ταυτότητας»!
Γεγονός είναι, πάντως, ότι η Τουρκία έχει έναν μακρόπνοο σχεδιασμό οικειοποίησης όλων αυτών των πληθυσμών και, ενώ κάποτε υπέφεραν από το οθωμανικό λεπίδι και τις βιαιότητες των κατακτητών τους, που είχαν ως αποτέλεσμα την αλλοίωση της θρησκευτικής ή και γλωσσικής κληρονομιάς τους, σήμερα επιχειρείται να εμφανιστεί ως προστάτης τους.
Τι κάνει, όμως, η ελληνική πολιτεία, για να προστατεύσει έστω και την ύστατη στιγμή όσους πολίτες της τυχαίνει, για λόγους που ανάγονται σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους και γεγονότα, να έχουν αλλάξει θρησκεία ή και γλώσσα; Δυστυχώς, ελλείψει εθνικού σχεδιασμού και βασικών ιστορικών γνώσεων των κυβερνητικών στελεχών και αξιωματούχων της, το μόνο που κάνει είναι να σύρεται πίσω από τους σχεδιασμούς της Τουρκίας και να παίζει το παιχνίδι της.
Στο πλαίσιο αυτής της άφρονος και αυτοκτονικής πρακτικής της, αναστηλώνει διαρκώς μουσουλμανικά μνημεία σε όλη την ελληνική επικράτεια. Πρόσφατα μάλιστα παραδόθηκε στους επισκέπτες ο αναστηλωμένος τεκές – μαυσωλείο του Χασάν Μπαμπά στα Τέμπη. Ο εν λόγω τεκές αποτελεί κατάλοιπο της παρουσίας Μπεκτασήδων στην περιοχή. Το ερώτημα είναι: Κατά πόσον η ελληνική πολιτεία θα αναδείξει το εν λόγω μνημείο ως αυτό που είναι, δηλαδή ως πολιτιστικό προϊόν κατάκτησης του ελλαδικού χώρου; Ή απλώς θα αναμασήσει τα φληναφήματα περί της «πολυπολιτισμικότητας» και της «θαυμαστής συμβίωσης» διαφορετικών θρησκευτικών ομάδων; Κι αυτό, γιατί είναι απολύτως βέβαιο ότι στους τουριστικούς οδηγούς της γείτονος ήδη θα περιλαμβάνεται και αυτό το τοπόσημο ως μνημείο της «πλούσιας οθωμανικής κληρονομιάς», που πρέπει να επισκεφθούν όσοι έρχονται στην Ελλάδα! Το ίδιο συμβαίνει και με το περίφημο Μπεζεστένι της Λάρισας, που κι αυτό αναστηλώνεται!
Ακόμη πιο εξοργιστική, όμως, είναι η αναστήλωση του τεμένους του Χαμζά Μπέη στη Θεσσαλονίκη. Κι αυτό, γιατί ο εν λόγω οθωμανός αξιωματούχος (αλβανικής καταγωγής) ήταν ο ναύαρχος που το 1430 απέκλεισε από θαλάσσης τη Θεσσαλονίκη, κάτι που συνέβαλε αποφασιστικά στην κατάληψη της πόλης από τον Μουράτ Β´, με αποτέλεσμα την οθωμανική σκλαβιά πέντε αιώνων. Ως ναύαρχος του οθωμανικού στόλου συμμετείχε αποφασιστικά στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, ενώ οι Έλληνες της Ίμβρου, της Λήμνου, της Θάσου και της Φώκαιας υπέστησαν το λεπίδι του λίγα χρόνια αργότερα. Αυτόν ακριβώς τον άνθρωπο αποφάσισε το Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας να … τιμήσει με την αναστήλωση του τζαμιού που ανήγειρε στη Θεσσαλονίκη ως σύμβολο της κατάκτησής της!
Κι όλα αυτά, την ίδια στιγμή που το σύμβολο της παγκόσμιας ακτινοβολίας της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, η Αγία Σοφία, έχει μετατραπεί σε τζαμί και εργαλειοποιείται με κάθε ευκαιρία για την ανάδειξη του «οθωμανικού μεγαλείου»! Πόσο πιο εθελόδουλοι πιά;