Τον Μάη του 1821 ξεκινάει η επανάσταση από την Κασσάνδρα και την Σιθωνία. 3 Ιουνίου 1821 υπάρχει αναφορά κάποιου Πασά, που λέει ότι η επανάσταση εξαπλώθηκε και στα Μαντεμοχώρια και ότι όλοι βρίσκονται στα όπλα. Οργανώνεται το κίνημα. Καταλαμβάνονται περιουσίες και κτήματα μουσουλμάνων και γενικά υπάρχει ένας αναβρασμός. Ιούνιο και Αύγουστο του 1821 έχουμε αναμετρήσεις ένοπλες στα Βασιλικά, τον Πολύγυρο, την Γαλάτιστα και στις χερσονήσους της Χαλκιδικής και σ’ αυτές τις αναμετρήσεις συμμετέχει και ο Βάβδος.
Μεγάλος αριθμός νέων του Βάβδου, πήρε μέρος στον αγώνα και ξεχώριζαν για την ανδρεία τους, στη μάχη του καπετάν ΧΑΨΑ στα “Συκιωτούδια” των Βασιλικών με αρχηγούς τους Τουρλάκη, Χαλάτη και Καραγιάννη και τον Εμμανουήλ Παπά στη Κασσάνδρα, με αρχηγό τον Αβραάμ, ο οποίος σκοτώθηκε στη μάχη.
Ο αδελφός του Αβραάμ μετά τη μάχη της Κασσάνδρας, πήρε μέρος στις μάχες της Δυτικής Μακεδονίας, με τον Τσάμη Καρατάσο και τελικά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Απόγονος του Αβραάμ ήταν και ο Υπουργός Αβραάμ της Κυβέρνησης Π. Τσαλδάρη το 1947. Ο Βάβδος κάηκε από τους Τούρκους κατά την προέλαση των Τουρκικών στρατευμάτων προς Αρναία και Άγιον Όρος, μετά τη μάχη των Βασιλικών και μόνο η Εκκλησία της “Παναγίας” σώθηκε από τη φωτιά. Οι διωγμοί των Τούρκων μετά την καταστολή της επανάστασης του Εμμανουήλ Παπά, ανάγκασαν μεγάλο αριθμό Βαβδινών οικογενειών να καταφύγουν στα κοντινά νησιά του Αιγαίου και Ν. Ελλάδα.
Όπως αναφέραμε, οι Βαβδινοί με υψηλό εθνικό φρόνημα πήραν μέρος στο Εθνικό εγερτήριο του 1821. Πολέμησαν πλάι στον Εμμανουήλ Παπά και τον Καπετάν Χάψα. Στη μάχη των Βασιλικών (Ιούνιος 1821) σκοτώθηκαν τρεις Βαβδινοί οπλαρχηγοί και πολλά παλληκάρια. Για εκδίκηση οι Τούρκοι έκαψαν το χωριό και την εκκλησία του. Για την παλληκαριά των Βαβδινών μιλούν και τα τοπικά τραγούδια: Το χωριό μας δε πατιέται, έχουμε χίλια τουφέκια, πεντακόσια παλικάρια, έχουμε το Τζίτζο πρώτο και Λάζο καπετάνιο.
Για το ιστορικό της μάχης των Βασιλικών αναφέρονται τα παρακάτω: Ο Μπαϊράμ Πασάς στη Θεσσαλονίκη επι¬στρατεύει όλους τους αξιόμαχους Τούρκους πολίτες και πολλούς εξοπλισμένους
Εβραίους και επιτίθεται πρώτα κατά των Κασσανδρινών και Πολυγυρινών μαχητών που βρίσκονταν στο Σέδες. Οι ηρωικοί εκείνοι πολεμιστές είδαν τον πολυάριθμο τουρκικό στρατό και τις ορδές των Εβραίων και των Τούρκων επιστράτων που τον ακολουθούσαν και κατάλαβαν ότι δεν ήταν δυνατόν να τις αντιμετωπί¬σουν. Γι’ αυτό ύστερα και από τις συμ¬βουλές ενός γέρου Βασιλικιώτη του Νέστορα Κοτζιά αποφάσισαν να αντισταθούν στους πρόποδες του Βούζιαρη, αφού διέταξαν τα γυναικόπαιδα των Βασιλικών να συγκεντρωθούν στο μονα¬στήρι της Αγίας Αναστασίας.
Στο μεταξύ ο Χάψας με τριακόσιους μαχητές, που ανάμεσα τους ήταν και 62 ηρωικά παλληκάρια από τη Συκιά, οχυρώνεται στο σημείο αυτό. Σε αυτό το διάστημα ο Μπαϊράμ πασάς με τις ορδές του εισβάλλει στα Βασιλικά τα παραδίνει στη φωτιά και στη λεηλασία. Πρώτος μπήκε στα Βασιλικά ο Αχμέτ Βέης από τα Γιαννιτσά με το ιππικό και τον ακολούθησε ο όχλος των Εβραίων και των Τούρκων. Δεν είχαν προλάβει να εγκαταλείψουν τα Βασιλικά όλα τα γυναικόπαιδα. Η περιγραφή της κτηνωδίας των Τούρκων ξεπερνάει κάθε φαντασία. Πολλά κορίτσια μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη και η πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής και της Αφρικής ή μαζί και με μικρά αγόρια στόλιζαν τα χαρέμια των πασάδων.
Η τουρκική εμπροσθοφυλακή προχωρεί πέρα από τα Βασιλικά. Κι εδώ στην τοποθεσία Τσεπέλ της Πέτρας ή όπως από τότε ονομάζεται «Συκιωτούδια» ή «Κομμένοι» συμπλέκεται με τον Καπετάν Χάψα και τα παλληκάρια του, τα οποία, προς στιγμή και ύστερα από κρατερό αγώνα αναχαιτίζουν τις τούρκικες δυνάμεις.
Όμως στον τόπο της μάχης φθάνει ο Μπαϊράμ πασάς με το κύριο σώμα του στρατού του. Όρθιος ο Χάψας αποκρούει τους Τούρκους. Ο αγώνας άνισος. Τα παλληκάρια του Χάψα πέφτουν ηρωικά το ένα κατόπιν του άλλου. Οι εχθροί είναι δεκαπλάσιοι και πάνω, είναι μάλιστα τακτικός στρατός.
Στο τέλος ο Χάψας με τους οπλαρχηγούς Παύλο Χαλάζη, Θεολόγο Τουρ-λάκη και Αυγερινό Καραγιάννη από το Βάβδο και τον Βασιλικιώτη οπλαρχηγό Γραμμένο Καραφίλιππα, με το μαχαίρι στο χέρι ρίχνεται στο μέσο του τουρκικού στρατού και ύστερα από «λυσσώδη και φρικαλέο» αγώνα πέφτει ηρωικά στο πεδίο της τιμής, μαζί με όλα τα παλληκάρια από τη Συκιά και τους παραπάνω οπλαρχηγούς. Συνολικά 62 Έλληνες μαχητές εκτός από τον Χάψα και τους οπλαρχηγούς βρίσκονται νεκροί στο πεδίο της μάχης. Οι Τούρκοι έχασαν πάνω από πεντακόσιους εκλεκτούς στρατιώτες. Οι υπόλοιποι Χαλκιδικιώτες πολεμιστές αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν προς τα υψώματα του Βάβδου και προς τον Πολύγυρο για να συνεχίσουν εκεί τον αγώνα κατά του Τούρκου Πασά.
Στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας έχουν συγκεντρωθεί όσα γυναικόπαιδα πρόφθασαν και έφυγαν από τα Βασιλικά. Βλέποντας από εκεί την καταστροφή μια πρεσβεία, που την αποτελούν οι Αθ. Τσολάκης, κάποιος Σκανδήλας και ο γέρος Χημευτός, πηγαίνει στον Μπαϊράμ πασά για να δηλώσει υποταγή και να ζητήσει αμνηστεία. Ο αιμοβόρος πασάς όμως αποκεφαλίζει τους δυο πρώτους, χαρίζει τη ζωή στο γέρο Χημευτό και αρνείται να χορηγήσει αμνηστεία.
Τα γυναικόπαιδα τη νύχτα εκείνη, εγκαταλείπουν το μοναστήρι και κατευθύνονται μέσω Γαλάτιστας και Βάβδου, στον Άγιο Νικόλαο.
Την άλλη μέρα ένα μικροεπεισόδιο, που προκλήθηκε από αμέλεια ιερομόναχου της Μονής, στοίχισε την εισβολή των Τούρκων στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας, την σύληση πολύτιμων θησαυρών αλλά και το κάψιμο της Μονής. Ο ιερομόναχος Παπαμακάριος πυροβόλησε, από απροσεξία μάλλον, ένα αναγνωριστικό τούρκικο απόσπασμα. Από τον πυροβολισμό όμως σκοτώθηκε ένας Τούρκος στρατιώτης. Σε αντίποινα ο Μπαϊράμ πασάς εισέβαλε στο Μονα¬στήρι, το σύλησε και έβαλε φωτιά.
Οι Τούρκοι καταλαμβάνουν το Βάβδο και στη συνέχεια τον Πολύγυρο, ύστερα από σκληρότατη μάχη. Οι ηρωικοί υπερασπιστές της όμορφης πρωτεύουσας της Χαλκιδικής αντιτάσσουν λυσσώδη άμυνα. Τα πτώματα των Τούρκων στρατιωτών είναι δέκα φορές περισσότερα και πυρπολούν τον Πολύγυρο.
Οι κάτοικοι όλων των χωριών της Χαλκιδικής μεταφέρονται στην Θεσσαλο¬νίκη και πουλιούνται σα ζώα προς 20 τάλιρα ο καθένας. Το αίμα των ηρωικών παιδιών της Χαλκιδικής καθαγιάζει τον άγιο αυτό τόπο.
Στα χρονικά της Χαλκιδικής (τεύχος 1, 1961) στο κεφάλαιο «Από την Επανάστασιν της Χαλκιδικής του 1821» σχετικά με την εξέγερση στην Κασσάνδρα (Αύγ. 1821) αναφέρεται:
«…Είδαν οί δικοί μας πώς μόνον στη Κασσάνδρα θα εμπορέσουν να βαστάξουν και απεφάσισαν να κόψουν το στενό μέρος της γλώσσας και σε οχτώ ήμερες το έκοψαν τα χωριά Επανωμή, Βάβδος, Καλαμαριά, Κρήνη και όσοι Βασιλικιώτες και Γαλατιστινοί είχαν απομείνει. Έτσι πλέον ή Κασσάνδρα έγινε νησί, έχτισαν και τοίχο, είς τό μέρος πού έκοψαν, και τον εδυνάμωσαν. Εκλείσθηκαν εις το νησί και, όταν έφθασαν οι Τούρκοι εκεί, τούς επολέμησαν τόσον γερά και με τόση φθορά τους πού για ένα μήνα δεν έκαμαν γιουρούσι. Όλοι φάνηκαν παλληκάρια, άλλα πρώτοι ερχόταν στο τουφέκι και στήν λεβεντιά οί Βαβδινοί και εσκότωσαν Τούρκους πολλούς…»
Μετά τον Αύγουστο 1821 επικρατούν οι Οθωμανικές δυνάμεις, καταστέλλεται η επανάσταση στη Μακεδονία και αυτό έχει μια συνέπεια στα Μαντεμο-χώρια. Διαλύεται η ομοσπονδία των χωριών που παράγουν μεταλλεύματα, υπάγεται κατ’ ευθείαν στον Πασά και Χαλίφη της Θεσσαλονίκης η περιοχή των Μαντεμοχωρίων και ο Βάβδος και στέλνεται εκεί πέρα μια φρουρά από 1.000 τούρκους, των οποίων μάλιστα τα έξοδα επιβαρύνουν τους κατοίκους των χωριών. Έτσι υπάρχει από δω και πέρα κάποια καταπίεση.
Η δράση όμως των Βαβδινών δεν περιορίζεται μόνο στην επανάσταση της Χαλκιδικής, αλλά συνεχίζεται σ’ όλο τον αγώνα για την λευτεριά και κορυφώνεται στο Μακεδόνικο, που διακρίθηκαν αρκετοί Βαβδινοί Μακεδονομάχοι.
πηγή: λάβαρο 21