Η αναδιάταξη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατά την ύστερη αρχαιότητα: ο Ρωμαϊκός κόσμος πριν την άνοδο του Μέγα Κωνσταντίνου

17 Χρόνος ανάγνωσης

του Ιωάννη-Ανδρέα Γουδέλη

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία αναμφίβολα αποτελεί το κατ’ εξοχήν παράδειγμα Μεσαιωνικής Αυτοκρατορίας αφενός γιατί η πορεία της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορική περίοδο του Μεσαίωνα (το 1453, έτος Άλωσης της Πόλης και εξαφάνισης του Βυζαντίου από το ιστορικό προσκήνιο αλλά και έτος λήξης του Εκατονταετούς Πολέμου μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας, αποτελεί για πολλούς ιστορικούς προσεγγιστικά το τέλος του Μεσαίωνα) αφετέρου γιατί επί αιώνες ήταν η κυρίαρχη δύναμη της εποχής και ομολογουμένως είχε θεμελιώσει μία PAX BYZANTINA, επηρεάζοντας με αυτό τον τρόπο όλα τα μεσαιωνικά βασίλεια του τότε γνωστού κόσμου, χριστιανικά και μη. Ωστόσο η γέννηση, αν και ορθότερα θα μπορούσε να αποδοθεί ως η Γένεση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δεδομένου ότι ναι μεν το Βυζάντιο είναι φυσικός διάδοχος της κοσμοκράτειρας Ρώμης ωστόσο πρόκειται για μία εκ βάθρων αναδημιουργία και αναδόμηση του Ρωμαϊκού κόσμου υπό το λάβαρο του Χριστιανισμού, προήλθε μέσα από τις διεργασίες που έλαβαν χώρα κατά την Ύστερη Αρχαιότητα. Με τον όρο «Ύστερη Αρχαιότητα» χαρακτηρίζεται συνήθως η εποχή από το δεύτερο μ.Χ. αιώνα μέχρι το έτος 476 μ.Χ., οπότε κατελήφθη η Ρώμη οριστικά από τους Γότθους και έκλεισε η ιστορία του δυτικού ρωμαϊκού κράτους. Βέβαια, οι πολιτικές και πολιτισμικές επιπτώσεις αυτής της εποχής συνεχίζονται και 1-2 αιώνες μετά. Σύμφωνα με άλλους ιστορικούς η  Ύστερη Αρχαιότητα διαρκεί ως το 800 μ.Χ όταν ο Καρλομάγνος στέφθηκε Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ενώ προσεγγιστικά κάποιοι χρονολογούν την Ύστερη Αρχαιότητα ως τον θάνατο του Ιουστινιανού στις 14 Νοεμβρίου 565μ.Χ. Σε κάθε περίπτωση η Βυζαντινή Αυτοκρατορία προήλθε μέσα από τις στάχτες του Αρχαίου Κόσμου και με την Γένεση της ένας νέος κόσμος εισέρχεται στην Ιστορία, αυτός της εξελληνισμένης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας της Χριστιανικής Ανατολής. Ο τρόπος με τον οποίο προήλθε ωστόσο αυτή η κοσμοϊστορική μετάλλαξη της Ρώμης παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και καθόρισε την πορεία τόσο της Χριστιανικής Ανατολής όσο και της Δύσης για αιώνες.

Η κρίση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατά τον 3ο μ.Χ Αιώνα-Οι πόλεμοι με Γότθους και Σασσανίδες Πέρσες
Η κοσμοκράτειρα Ρώμη μετά την δολοφονία του Αυτοκράτορα Αλέξανδρου Σεβήρου (Marcus Aurelius Severus Alexander) τον Μάρτιο του 235 μ.Χ από τις ίδιες του τις λεγεώνες στην Γερμανία εισήλθε σε μία φάση πολυεπίπεδης κρίσης που απειλούσε την Αυτοκρατορία ακόμα και με διάλυση. Αξίζει ενδεικτικά να σημειωθεί ότι το χρονικό διάστημα μεταξύ 235 και 284 ανέβηκαν στον Ρωμαϊκό θρόνο 26 Αυτοκράτορες που, στο σύνολο τους σχεδόν, δολοφονήθηκαν από τους πραιτωριανούς! Η Φρουρά των Πραιτωριανών ήταν ένα στρατιωτικό σώμα το οποίο είχε ιδρύσει ο Οκταβιανός Αύγουστος μετά το τέλος των αιματηρών εμφυλίων πολέμων που οδήγησαν στο τέλος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας το 31 π.Χ μετά την Ναυμαχία στο Άκτιο και στην άνοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αρχικά ήταν ειδικό σώμα Ρωμαίων στρατιωτών το οποίο οργάνωσε ο Αύγουστος ως σωματοφυλακή του αυτοκράτορα. Αποτελούνταν από εννιά κοόρτεις (αργότερα έγιναν δέκα) των 1.000 αντρών η καθεμιά. Όλα τα μέλη του ήταν Ιταλοί εθελοντές, η δε αμοιβή τους ήταν διπλάσια ή τριπλάσια από την αμοιβή ενός λεγεωνάριου.

Οι πραιτωριανοί διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στις δολοφονίες και ανατροπές αυτοκρατόρων και όπως θα δούμε παρακάτω ο Κωνσταντίνος ο Μέγας το 312 μ.Χ κατήργησε την Πραιτωριανή Φρουρά οριστικά και αμετάκλητα. Το αίσθημα ενότητας στον Ρωμαϊκό κόσμο και η περίφημη PAX ROMANA είχαν δεχθεί ανεπανόρθωτο πλήγμα ενώ η ισχύς της πόλης της Λύκαινας τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Πέρα από τις πραξικοπηματικές ενέργειες των Πραιτωριανών και των Λεγεώνων που κυριολεκτικά ανέβαζαν και κατέβαζαν Αυτοκράτορες, οι εξωτερικοί εχθροί απειλούσαν την ίδια την υπόσταση της Αυτοκρατορίας. Το ισχυρό βασίλειο των Γότθων και των Σαρματών επεκτάθηκε ως τον Κάτω Δούναβη και οι συγκρούσεις με τις ρωμαϊκές λεγεώνες ήταν σφοδρές. Οι βαρβαρικοί λαοί (Σάξονες, Φράγκοι, Αλαμαννοί) ,σφάζοντας και λεηλατώντας τους ρωμαϊκούς πληθυσμούς, επέδρασαν κατά του δυτικού τμήματος της Αυτοκρατορίας στο σύνορο του ποταμού Ρήνου ενώ στην Ανατολή η Αυτοκρατορία των Σασσανιδών αποτελούσε τον κύριο αντίπαλο των Ρωμαίων. Η Σασσανίδικη Αυτοκρατορία θεωρούσε τον εαυτό της ως φυσικό διάδοχο των Μεγάλων Αχαιμενιδών Βασιλέων της Περσίας και διεκδικούσε ρωμαϊκά εδάφη στην Μεσοποταμία και στον Καύκασο. Ιδρυτής της εν λόγω αυτοκρατορίας ήταν ο Αρδασίρ Ά, απόγονος ιερέων της Ζωροαστρικής θεότητας Αναχίτα, ο οποίος έχοντας ανατρέψει την κυριαρχία των Πάρθων στην Ανατολή το 224 μ.Χ μετά από σκληρές μάχες τριών μηνών κατόρθωσε να δολοφονήσει τον τελευταίο βασιλιά της Παρθικής δυναστείας των Αρσακιδών Αρτάβανο Έ και να σφετεριστεί την εξουσία του.

Το 224 μ.Χ., ο Αρδασίρ στέφθηκε στην πόλη Κτησιφών ως μοναδικός ηγέτης της Περσίας, παίρνοντας τον τίτλο του σάχη ή Βασιλιά των βασιλιάδων, γεγονός που σήμανε και τυπικά το τέλος της Παρθικής Αυτοκρατορίας, σημαίνοντας την έναρξη μιας περιόδου 400 ετών εξουσίας των Σασσανιδών μέχρι την ανατροπή της από τους μουσουλμάνους Άραβες του χαλιφάτου Ρασιντούν. Ο Αρδασίρ Ά θεμελίωσε μία Θεοκρατία βασισμένη στην θρησκεία του Ζωροαστρισμού και του Αχούρα Μάζντα με εκτεταμένους διωγμούς κατά των Χριστιανών και απεριόριστες εξουσίες στο Περσικό Ιερατείο των Ζωροαστρών. Ο μυστικισμός της Ανατολής έριχνε απειλητικά το βλέμμα του στην Δύση. Το 242 μ.Χ ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Γορδιανός ΄Γ εκστράτευσε κατά των Περσών του νέου σάχη των Σασσανιδών Σαπώρη Ά και ενώ αρχικά ανάγκασε τους Πέρσες να υποχωρήσουν ως την Αντιόχεια το 244 σε νέα εκστρατεία στην Μεσοποταμία οι Ρωμαίοι ηττήθηκαν κατά κράτος σε μάχη κοντά στην Βαγδάτη και ο ίδιος ο Γορδιανός έπεσε στην μάχη. Ρωμαϊκές πηγές ωστόσο αναφέρουν ότι ο Γορδιανός δεν έπεσε στην μάχη αλλά δολοφονήθηκε ύστερα από ανταρσία του στρατού κατά την διάρκεια των μαχών. Γεγονός παραμένει ότι ο νέος Αυτοκράτορας Φίλιππος ο Άραβας, κύριος υπαίτιος της συνωμοσίας, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας και σύναψε ειρηνευτική συνθήκη με τους Πέρσες με την οποία τους παραχώρησε την Αρμενία. Λίγο αργότερα το 260μ.Χ εξερράγη νέος πόλεμος με την Ρώμη. Ο αυτοκράτορας Βαλεριανός σε επιχειρήσεις κοντά στην Αντιόχεια συνελήφθη ύστερα από προδοσία. Οι Πέρσες τον διαπόμπευσαν και φυλακίστηκε για 10 χρόνια, διάστημα κατά το οποίο εξευτελίστηκε και βασανίστηκε οικτρά από τους βάρβαρους της Ανατολής.

130217 ROMAN EMP2

Αργότερα δολοφονήθηκε από τους Πέρσες και ο Σαπώρ ισχυριζόταν ότι κόσμησε την οροφή των ανακτόρων με το δέρμα του! Ο Σαπώρης Ά ο Μέγας έμεινε στην ιστορία ως ο θριαμβευτής κατά των Ρωμαίων. Επιπροσθέτως, οι βαρβαρικές επιδρομές των Γότθων έφεραν σε εξαιρετικά δυσχερή θέση τους Ρωμαίους. Το 251 μ.Χ στην σφοδρή μάχη της Αβρίττου ο αυτοκράτορας Δέκιος και οι ρωμαϊκές λεγεώνες ηττήθηκαν στην προσπάθεια τους να ανακόψουν την προέλαση των Γότθων στις περιοχές της Μοισίας και της Θράκης. Ο ίδιος ο Δέκιος έπεσε στην μάχη. Ωστόσο το 269 ο αυτοκράτορας Κλαύδιος Β’ συνέτριψε τους Γότθους στην περίφημη μάχη της Ναϊσσού και κέρδισε το προσωνύμιο Γοτθικός αναχαιτίζοντας προσωρινά τις επιδρομές τους στις ανατολικές επαρχίες και στον Κάτω Δούναβη. Με την άνοδο του Διοκλητιανού στον θρόνο εγκαινιάστηκε μία περίοδος πραγματικών μεταρρυθμίσεων και ριζικών αλλαγών στις διοικητικές δομές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Διοκλητιανός ανήλθε στον θρόνο το 284μ.Χ ύστερα από την δολοφονία του αυτοκράτορα Νουμεριανού και εισήγαγε το σύστημα της Τετραρχίας το 286. Συγκεκριμένα, διαίρεσε την αυτοκρατορία σε Ανατολικό και Δυτικό τμήμα και καθιέρωσε να υπάρχουν δύο Αύγουστοι, ένας στην Δύση όπου η εξουσία του θα επαφίεται στις περιοχές της Ιταλίας, της Γαλλίας, Ισπανίας, Βρετανίας και Βόρειας Αφρικής με έδρα τους Τριβηρούς στην Γερμανία και ενίοτε τα Μεδιόλανα (το σημερινό Μιλάνο) και ένας στην Ανατολή όπου η εξουσία του θα απλώνεται στις περιοχές της Ελλάδας, της Μικράς Ασίας, του Ιλλυρικού, της Αιγύπτου και στις ανατολικές επαρχίες με έδρα την Νικομήδεια. Κάθε Αύγουστο θα βοηθούσε ένας Καίσαρας στην άσκηση της εξουσίας. Ο Διοκλητιανός ανέλαβε το ανατολικό τμήμα και στο δυτικό τμήμα διόρισε ως συναυτοκράτορα τον διακεκριμένο στρατηγό από την Πανονία Μαξιμιανό Ηρκούλιο (Marcus Aurelius Valerius Maximianus Herculius). Καίσαρας στην Ανατολή ανέλαβε ο Γαλέριος ενώ στην Δύση το έργο του Μαξιμιανού υποβοηθούσε ο Καίσαρας Κωνστάντιος Χλωρός, πατέρας του Μέγα Κωνσταντίνου. Το σύστημα της Τετραρχίας φάνηκε να λειτουργεί αποτελεσματικά από το 293 εώς το 305μ.Χ. Ο Καίσαρ Γαλέριος μάλιστα στην Ανατολή κατήγαγε σημαντικές νίκες κατά των Περσών του σάχη Νασρή και κατέλαβε την πρωτεύουσα των Σασσανιδών Περσών Κτησιφώντα!

Η νίκη του Γαλέριου το 296μ.Χ επί του Νασρή αποτέλεσε την μεγαλύτερη στρατιωτική επιτυχία της Ρώμης στην Ανατολή από την εποχή των κατακτήσεων του Τραϊανού κατά των Πάρθων και τα συνολικά εδάφη που τέθηκαν υπό ρωμαϊκό έλεγχο αντιστοιχούσαν σε επτά περσικές σατράπειες βόρεια του ποταμού Τίγρη! Ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός τέλεσε θρίαμβο στην Ρώμη και προσέλαβε τον τίτλο του “Περσικού” λόγω των εντυπωσιακών νικών. Οι Ρωμαίοι έκτισαν φρούρια στα όρια που όριζε η νέα συνθήκη προκειμένου να διασφαλίσουν τις κτήσεις τους και οι Σασσανίδες δέχθηκαν ταπεινωτικούς όρους, όπως την παραχώρηση της Ιβηρίας (σημερινή Γεωργία) και τμήματος της Μικρής Αρμενίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σύναψη ειρήνης μεταξύ Ρωμαίων και Περσών το 299μ.Χ θα διαρκέσει ως το τέλος της βασιλείας του Μέγα Κωνσταντίνου το 337. Ωστόσο αυτό το σύστημα εξουσίας, ύστερα μάλιστα μετά την παραίτηση των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού το 305, προκάλεσε μία σειρά ρωμαϊκών εμφυλίων πολέμων όπως θα εξετάσουμε στην συνέχεια. Οι διάδοχοι του Διοκλητιανού επιδόθηκαν σε πολέμους μεταξύ τους από το 306 έως το 324μ.Χ.

Ο θρησκευτικός συγκρητισμός και η παρακμή των εθνικών θρησκειών
Ο Διοκλητιανός όπως και ο Δέκιος έχουν μείνει στην Ιστορία για τους αιματηρούς διωγμούς που εξαπέλυσαν κατά της ανερχόμενης χριστιανικής θρησκείας. Ωστόσο είναι άδικο σε μία εποχή κοσμογονικών αλλαγών και μεγάλης αστάθειας να κρίνουμε τους Αυτοκράτορες με βάση την θρησκευτική τους πολιτική. Ο μεν Δέκιος έπεσε στο πεδίο της μάχης ηρωϊκά κατά των Γότθων ο δε Διοκλητιανός εισήγαγε ένα μεγαλόπνοο και φιλόδοξο σύστημα μεταρρυθμίσεων το οποίο ουσιαστικά εξασφάλισε στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία την βιωσιμότητα της. Εξάλλου τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η χριστιανική θρησκεία θα μπορούσε να δράσει και να επιβιώσει πάνω στα ερείπια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με την ρωμαϊκή πολιτική εξουσία να έχει αντικατασταθεί από ένα Γοτθικό ή βαρβαρικό βασίλειο. Σε θρησκευτικό επίπεδο η Ρωμαΐκή θρησκεία (ουσιαστικά πρόκειται για την Ελληνική Πατρώα θρησκεία, την λατρεία των Ολυμπίων Θεών και Θεαινών) περνούσε τεράστια κρίση και πλέον οι περιοχές στις οποίες είχε θρησκευτική επιρροή ήταν η Ελλάδα, η Ιταλική χερσόνησος και η Μικρά Ασία. Νέες θεότητες,προερχόμενες από την Ανατολή ζωοκέφαλων θεών (και όχι μόνο) αποτελούσαν τις κύριες λατρείες της πολυεθνικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το θείο κάλλος της Αρχαιότητας είχε αντικατασταθεί από ανατολίτικο μυστικισμό,θεουργίες και θεότητες εντελώς ξένες για τον Δυτικό τρόπο σκέψης όπως ο Βάαλ,η Κυβέλη, η Αστάρτη, ο Θωθ, ο Σάραπις κλπ. Ταυτόχρονα ο Χριστιανισμός όπως και ο περσικής προέλευσης Μιθραϊσμός κέρδιζαν διαρκώς έδαφος. Επιπροσθέτως η λατρεία των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων, όπως και του Μίθρα, ενίοτε ταυτιζόταν με την θεότητα του Ανίκητου Ήλιου (Sol Invictus). Εισηγητής της εν λόγω λατρείας ήταν ο Αυτοκράτορας Αυρηλιανός (Lucius Domitius Aurelianus) ο οποίος αν και βασίλευσε μόνο 5 έτη (270 εώς 275) αφενός κατήγαγε σημαντικές νίκες κατά των Σαρματών, Αλαμανών, Βανδάλων και Γότθων αφετέρου υπέταξε το νεοσύστατο βασίλειο της Παλμύρας στην Συρία το 272μ.Χ υπό την ηγεσία της εκθαμβωτικής βασίλισσας Ζηνοβίας, την οποία έσυρε στην πομπή του αυτοκρατορικού θριάμβου στην Ρώμη.

Φυσικά αξίζει να σημειωθεί ότι οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες ευνοούσαν τον θρησκευτικο συγκρητισμό με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Μάρκο Αυρήλιο Αντωνίνο (Marcus Aurelius Antoninus Heliogabalus) ,ο οποίος εισήγαγε την συριακή ηλιακή θεότητα του Ηλιογάβαλου στο ρωμαϊκό πάνθεον ενώ παράλληλα επέβαλε στον ρωμαϊκό κόσμο τον βαβυλωνιακό θεό Βάαλ. Ο Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος (218-222) ήταν Συριακής καταγωγής και πριν αναρριχηθεί στον θρόνο διετέλεσε ύπατος ιερέας του θεού Ήλιου στην Έμεσα της Συρίας. Οι απηνείς και σκληροί διωγμοί κατά της Χριστιανικής Θρησκείας κάθε άλλο παρά έκαμψαν το φρόνημα των Χριστιανών. Η Εκκλησία των κατακομβών τίθεται προς διερεύνηση για όλους τους φιλίστορες. Αν και οι διώξεις είχαν αρχίσει από την εποχή του Αυτοκράτορα Τραϊανού, μέχρι την άνοδο του Δέκιου στον θρόνο δεν έλαβαν εκτεταμένο χαρακτήρα. Αναμφίβολα το πολυσυλλεκτικό και πολυεθνικό ρωμαϊκό κράτος δεν υπήρξε όπως είδαμε αντίθετο στην ανάπτυξη θρησκειών στους κόλπους της Αυτοκρατορίας, υπό την προϋπόθεση φυσικά οι εκάστοτε θρησκευόμενοι να αποδίδουν θρησκευτικές τιμές και θυσίες στην θεοποιημένο Αυτοκράτορα. Για τους Χριστιανούς Επισκόπους όμως κάτι τέτοιο συνιστούσε μέγιστη προσβολή και άρνηση της θρησκείας τους, δεδομένου ότι αναγνώριζαν ως Κύριο μόνο τον Ιησού Χριστό. Το έδικτο του Δεκίου το 250μ.Χ απαιτούσε από όλους τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας ομολογία αποδοχής της επίσημης θρησκείας του κράτους και εγκαινίασε ένα κύκλο αιματηρών διώξεων κατά των Χριστιανών που ουσιαστικά τερματίστηκε με την άνοδο του Κωνσταντίνου του Μέγα στην εξουσία.

Στον αντίποδα η περσικής προέλευσης Μιθραϊκή θρησκεία ως αμιγώς μιλιταριστική και ανδροκρατούμενη θρησκεία ευνοείτο από το ρωμαϊκό κατεστημένο. Όπως είπε ο Μάρκος Αυρήλιος «αν κάποιο θανάσιμο αμάρτημα σταματούσε την ανάπτυξη του Χριστιανισμού,ο κόσμος θα γινόταν μιθραϊκός». Οι δύσκολες εποχές όμως γεννούν τους μεγάλους άνδρες. Η εμβληματική φυσιογνωμία του Φλάβιου Γαλέριου Κωνσταντίνου (Flavius Valerius Constantinus) και όλα όσα έπραξε που τον καταχώρησαν στην Ιστορία ως Μέγα δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Σε μία ευαίσθητη εποχή όπως ήταν η Ύστερη Αυτοκρατορική Περίοδος της Ρώμης όπου επικρατεί η πολυεπίπεδη κατάρρευση του κλασσικού κόσμου με κύρια χαρακτηριστικά τόσο τις βαρβαρικές επιδρομές και τους εμφυλίους πολέμους, απόρροια της αποτυχίας του συστήματος της Τετραρχίας που εισήγαγε ο Διοκλητιανός, όσο και την ολοκληρωτική παρακμή των Εθνικών θρησκειών και την επικράτηση του Χριστιανισμού έλαμψε το άστρο ενός θρύλου. Του Κωνσταντίνου του Μέγα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Christopher S. Mackay: Αρχαία Ρώμη-Στρατιωτική και πολιτική ιστορία
2. Georg Ostrogorsky: Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους (Τόμος Ά)
3. Κωνσταντίνος Τσοπάνης: Μέγας Κωνσταντίνος,ο αμφιλεγόμενος ιδρυτής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
4. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους-Τόμος ΄Ζ
5. Παγανιστές και Χριστιανοί στην Ύστερη Αρχαιότητα-Α.Ντ.ΛΗ εκδόσεις Ενάλιος
6. Βυζαντινοπερσικοί πόλεμοι-η σύγκρουση δύο αυτοκρατοριών:Γεώργιος Θ. Καρδαράς-εκδόσεις Περισκόπιο
7. Βάρβαροι:Ο Ελληνορωμαϊκός πολιτισμός το χείλος της καταστροφής: Μιχάλης Αναστασάκος-εκδόσεις Περισκόπιο
8. Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας: Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ
9. Βυζάντιο,η πραγματική ιστορία της χιλιόχρονης Αυτοκρατορίας: Γεώργιος Καρδαράς-εκδόσεις Περισκόπιο

Share This Article