
Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στον τόπο καταγωγής του, στα Δολιανά του Ζαγορίου, και επέστρεψε στα Ιωάννινα, όπου άρχισε το δεύτερο κύκλο των σπουδών του. Το 1797, σε ηλικία έντεκα ετών, ο Γεννάδιος στάλθηκε σε θείο του ηγούμενο σε μοναστήρι του Βουκουρεστίου. Ο θείος του, τον υποδέχτηκε με πατρική στοργή και τον βοήθησε σε όλα. Τον έβαλε στην ονομαστή “Αυθεντική Σχολή” που είχε διευθυντή της, τον ζαγορίσιο δάσκαλο Λάμπρο Φωτιάδη. Ο Γεννάδιος δεν άργησε και σ’αυτή την ανώτερη εκπαιδευτική εστία να διακριθεί, με το λόγο και το ήθος του.
Το 1820 ο Γεννάδιος επέστρεψε στο Βουκουρέστι, όταν ο ηγεμόνας Αλέξανδρος Σούτσος τον κάλεσε μαζί με τον Κωνσταντίνο Βαρδαλάχο και το Γεώργιο Κλεόβουλο, για να προσφέρει τις γνώσεις και την εμπειρία του στην αναδιοργάνωση της Σχολής του Βουκουρεστίου. Μυημένος στη Φιλική Εταιρία, αναλαμβάνει τον ιερό ρόλο να προετοιμάσει τους μαθητές του για τον αγώνα αποτίναξης του τουρκικού ζυγού. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του μαθητή του Αλεξάνδρου Ρίζου Ραγκαβή (1809-1892) ότι: «…και μας ωμίλησε περί της τύχης της Ελλάδος, ήτις ην άλλοτε η μήτηρ της δόξης και της ελευθερίας, επ’ εσχάτων δε κατέκειτο δούλη περιφρονουμένη, και ηυχήθη, μέχρις ου δάκρυα ανέβλησαν εις τους οφθαλμούς του…».
Ο Κολοκοτρώνης αναφέρει ότι χάρις στη δική του οικονομική φροντίδα οργάνωση κι επάρκεια, πραγματοποιήθηκε η εκστρατεία του Γ.Καραϊσκάκη:
“Ο γέρων Γεννάδιος, έκαμεν με τους λόγους του, ό,τι δεν ημπορέσαμεν ημείς να κάμωμεν με τα έργατα”.
Το 1829 ο Καποδίστριας του αναθέτει τη συγκρότηση της δημόσιας εκπαίδευσης και στο πρόσωπο του βρίσκει έναν πολύτιμο συνεργάτη. Του ανάθεσε μαζί με το Γρηγόριο Κωνσταντά και τον Ιωάννη Βένθυλο τη σύνταξη γραμματικής και ανθολογίας των εγκύκλιων μαθημάτων της ελληνικής γλώσσας, όπως και τη διδασκαλία και οργάνωση της Κεντρικής Σχολής της Αίγινας (1829) και του Ορφανοτροφείου. Από το 1835 μέχρι το θάνατό του υπηρέτησε ως Γυμνασιάρχης στο Α’ Γυμνάσιο Αθηνών, εποπτεύοντας παράλληλα και το αντίστοιχο Ελληνικό σχολείο.
Φρόντισε παράλληλα και για την ίδρυση Δημόσιας Βιβλιοθήκης* συγκεντρώνοντας βιβλία και έντυπο υλικό, έθεσε δε τις βάσεις και του Νομισματικού Μουσείου.
Αν και το ενδιαφέρον του ήταν εστιασμένο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, δίδαξε και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών γενική ιστορία. Σύντομα ωστόσο παραιτήθηκε προκειμένου να αναλάβει και να οργανώσει τη Ριζάρειο Σχολή. Υπήρξε από τους ενθερμότερους ιδρυτές της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και εργάστηκε ως διδάσκαλος στην Αρσάκειο. Ήταν επίσης και από τους θεμελιωτές και για ένα διάστημα αντιπρόεδρος της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Τέλος, ο Γεννάδιος συνέβαλε ουσιαστικά και στην ολοκλήρωση της ανοικοδόμησης του ναού της Ζωοδόχου Πηγής στην Αθήνα.
Το 1838 αναγορεύτηκε επίτιμος Διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Λειψίας, τίτλος που δόθηκε για πρώτη φορά σε Έλληνα.
Στο μεταξύ είχε παντρευτεί την Άρτεμη Μπενιζέλου, κόρη του Προκοπίου Μπενιζέλου της μεγάλης αθηναϊκής οικογένειας των Μπενιζέλων, και απέκτησε μαζί της 8 παιδιά (4 γιους και 4 κόρες), τα περισσότερα από τα οποία διακρίθηκαν στην πολιτική, στις τέχνες και στα γράμματα.
Οταν πέθανε το 1854, σε ηλικία 68 χρονών, στην Αθήνα τιμήθηκε από το λαό σαν μια από τις διαπρεπέστερες μορφές του Αγώνα, της προοδευτικής παιδείας και των γραμμάτων
Ο μεγάλος διδάσκαλος του Γένους, ευτύχησε μετά θάνατον το όνομα του, χάριν στο γιο του Ιωάννη Γεννάδιο, να μείνει για πάντα στη μνήμη των Ελλήνων. Ο Ιωάννης Γεννάδιος, τιμώντας τη μνήμη του πατέρα του, ονόμασε τη βιβλιοθήκη, που δώρησε στο Εθνος “Γεννάδειον” και αφιέρωσε τη μεγάλη συλλογή των βιβλίων του σε όλους όσους “της ημετέρας παιδείας μετέχουσι”.
Πολλά έργα του μεταφράστηκαν στην Ευρώπη.
Στη Μόσχα το 1820 έγραψε τη “Στοιχειώδη Εγκυκλοπαίδεια” και στην Αίγινα το 1830 τα: “Περί του μη ραδίως πιστεύειν”, “Κατήχησις”, “Ελληνικά”, “Επιτάφιοι”, κ.α.
Έγραψε: “Γραμματική της αρχαίας Ελληνικής γλώσσης” (1832) και επιμελήθηκε τη “Σύνοψιν της Ιεράς Ιστορίας” (1835) και την “Κατήχησιν ή Ορθόδοξον διδασκαλίαν της Ανατολικής Εκκλησίας”(1835).
Μετέφρασε τα έργα: “Πρώτη τροφή του υγιούς ανθρωπίνου νοός” (1819), “Ελληνικά τα εξαιρετώτερα της Ελληνικής Ιστορίας μέχρι του Πελοποννησιακού πολέμου”(1850), “Ελληνική Γραμματολογία”(1851) και “Στοιχειώδης πραγματεία περί των χρεών του ανθρώπου” (1853).
* H Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (ΕΒΕ) ιδρύθηκε τυπικά με το Διάταγμα, που εκδόθηκε στις 15 Μαΐου 1832, με την επωνυμία “Δημοσία Βιβλιοθήκη” και με Διευθυντή το Γεώργιο Γεννάδιο, που έφερε τον τίτλο του “Επιστάτου”.
πηγή: λάβαρο 21