Αν υπάρχει κάτι για το οποίο δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Θεόδωρο Καραμπέτσο είναι η ασυνέπεια. Γιατί υπήρξε πάντα συνεπής στις ιδέες του, στους πολιτικούς του φίλους στον αγωνιστικό τρόπο ζωής που είχε επιλέξει. Ακόμα και όταν αυτές οι επιλογές τον έφεραν στην δύσκολη θέση να γίνει “αντιπαθής” λέγοντας αλήθειες που οι υπόλοιποι δεν ήθελαν να παραδεχθούν δημόσια. Από τα ιδρυτικά στελέχη του ΕΣΕΣΙ όταν μετά το ‘74 επέστρεψε στην Ελλάδα βρέθηκε δίπλα σε όλες τις πολιτικές προσπάθειες που έγιναν ον εθνικό χώρο ενώ αρθρογράφησε σε όλα σχεδόν τα έντυπα αυτού που εμφανίστηκαν μέχρι σήμερα. Χωρίς ποτέ να ζητήσει ούτε αρχηγιλίκια, ούτε ανταλλάγματα. Του αρκούσε ο αγώνας και η ελπίδα να διαμορφωθεί στην πατρίδα μας ένα μαζικό πατριωτικό κίνημα όπως αυτό που τον φιλοξένησε πολιτικά στην Ιταλία, το MSI. Με μεγάλη συγγραφική και δημοσιογραφική δραστηριότητα καταθέτει την γνώμη του για τις παιδικές αλλά και χρόνιες ασθένειες του κινήματος. όπως όμως και για τον ίδιο, έτσι και για τον εθνικισμό στην Ελλάδα δεν έχει ακόμα γραφεί το τέλος…
Κύριε Καραμπέτσο, μπορείτε να μας δώσετε μία συνοπτική περιγραφή της φοιτητικής και πολιτικής σας δραστηριότητας στην Ιταλία;
Ουσιαστικά άρχισε το 1965, όταν τόσο στην Ελλάδα και στον απόδημο Ελληνισμό φούντωσε το μέτωπο της κεντροαριστεράς, οπότε υπήρξε φοβερή πόλωση: αυτοί από την μια μεριά και εμείς της ΕΡΕ απ’ την άλλη. Άνηκα στην ΕΡΕΝ και ένοιωθα δυνατά φιλομοναρχικός. Με την έλευση της 21ης Απριλίου, διαχωρίσαμε την θέση μας από τους κοινούς Ελληνικούς Συλλόγους κάθε πόλεως ούτως ώστε η δεξιά συνιστώσα να πραγματοποιήσει δική της Ομοσπονδία. Το εγχείρημα ήταν δύσκολο καθώς ο Σπύρος Σταθόπουλος ξεκινούσε τον αγώνα στον Νότο, ο Χρ. Κατσιμπίνης στην Κεντρική Ιταλία και εγώ στον βορρά. Μέσα σε τρεις εβδομάδες συντονίσαμε περίπου είκοσι Πανεπιστήμια, με επτά χιλιάδες μέλη μας στην πρώτη φάση. Έτσι τον Μάιο φθάσαμε στο πρώτο Συνέδριο στο Eur της Ρώμης αντιμετωπίζοντας μια ογκώδη διαδήλωση εναντίον μας εκ μέρους της αριστεράς, ιταλικής και ελληνικής. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Πόσο εύκολο ήταν να δηλώνει κάποιος «εθνικιστής» στα ιταλικά πανεπιστήμια της δεκαετίας του ’60 και του ’70; Με τους Έλληνες φοιτητές της «αντίπερα όχθης» τι σχέσεις υπήρχαν; Επικρατούσε η Εθνική ταυτότητα ή ο πολιτικός διαχωρισμός;
Δυσκολότατο, ειδικά για εμάς που δρούσαμε στον Βορρά, όταν Δήμοι, Νομοί ελέγχοντο απ’ τα σοσιαλκομμουνιστικά κόμματα. Κυριαρχούσε ο άκρατος πολιτικά φανατισμός και κατ’ επέκταση ο διαχωρισμός, θα έλεγα δημιουργήθηκαν γκέτο σε κάθε σε κάθε Πανεπιστημιούπολη, με χαρακτηριστικό την δυναμική και βίαιη αντιπαράθεση. Εμείς ήμασταν περισσότεροι αλλά οι «άλλοι» έριξαν στο πεδίου Ιταλούς της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Δεκάδες δικοί μας κακοποιήθηκαν σε νυκτερινές ενέδρες (περιγράφω την δική μου περίπτωση στο βιβλίο «Αντιδραστικοί») οπότε χρειασθήκαμε την αρωγή των Ιταλών συναγωνιστών. Υπήρξε όμως από μεριάς μας μια βασική διαφορά: Ποτέ δεν ωθήσαμε Ιταλούς να κακοποιήσουν Έλληνες αντιπάλους όπως έκαναν εκείνοι! Οι Ιταλοί συναγωνισταί αντιμετώπιζαν Ιταλούς αριστεριστές!
Τι συμβολίζει ή τι θα έπρεπε να συμβολίζει για τους Έλληνες εθνικιστές, η δολοφονία του Μίκη Μάντακα;
Η Ιστορία συντίθεται από Αξίες γιατί η ζωή δεν είναι νοητή και ουσιώδης παρά μόνο ως αξιολογική κατηγορία, όμως αυτές οι Αξίες δεν είναι δυνατόν να εισαχθούν στην δυναμική της ζωής όταν τα άτομα απλά παρακολουθούν, μπορούν μόνο να νοηθούν και να ζήσουν όταν έχουν σχέση με έναν άνθρωπο ηθικό, αγωνιστή, ιδεολογικά συνεπή. Ο Μάντακας θα μείνει για πάντα μια χρυσή σελίδα στην Ιστορία του Ευρωπαϊκού Εθνικισμού. Αν υπάρχει ένας άνθρωπος που να αναπαριστά συμβολικά όλα τα συμβάντα του χώρου μας της εποχής εκείνη και να έχουν νόημα, αυτός είναι ο Μάντακας! Τον τοποθετώ δίπλα στον Χοσέ Αντόνιο Ριβέρα!
Την δεκαετία του 80 με το βιβλίο σας «Οι αντιδραστικοί» προκαλέσατε το εθνικιστικό αναγνωστικό κοινό, με τον τρόπο της γραφής σας και την επιλογή του διηγήματος ως μέσου για την πολιτική κατάθεση της γενιάς σας. Θα περιμένουμε κάτι στο μέλλον από τον συγγραφέα Θεόδωρο Καραμπέτσο;
Μισώ τον δημοσιογραφικό τρόπο παρουσιάσεως των γεγονότων δηλ. ρεπορτάζ, αριθμούς, εξελίξεις τηλεγραφικά. Εξάλλου κάθε κινηματογραφική επιτυχία που πραγματεύεται ιστορικά συμβάντα βασίσθηκε σε αντίστοιχο διήγημα που έγινε μπεστ σέλερ. Ο τρόπος λοιπόν αφηγήσεως ενός μικρού μέρους της ιστορίας του ΕΣΕΣΙ στους «Αντιδραστικούς» κράτησε ζωντανά στους αναγνώστες, τα συμβάντα στα οποία αναφέρομαι. Δεν είναι τυχαίο, ότι πολλοί συναγωνισταί δεκαπέντε χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου μου λένε: «… θυμάμαι έντονα πως μποϊκοτάρατε την εκδήλωση του Α. Παπανδρέου στη Μόντενα…» ή «την κακοποίηση του Προέδρου των τοπικών Συνδέσμων Πάρμας». Ναι εκτιμώ πως διηγηματικά, τα γεγονότα παραμένουν χαραγμένα στην μνήμη των αναγνωστών για πάντα. Υπάρχουν δύο διηγήματα ακόμη που καρτερούν να γράψω την λέξη: Τέλος!
Μετά την άτυπη αδρανοποίηση του ΕΣΕΣΙ, τι πρόσφεραν τα μέλη του στην πολιτική σκηνή του «εθνικού χώρου» της χώρας μας; Θα μπορούσαν να έχουν επηρεάσει περισσότερο τις εξελίξεις;
Όχι, πολλά στελέχη μας γυρίζοντας στην Ελλάδα προσχώρησαν στη ΝΔ λόγω σκέψεως ενός συμπαγούς εθνικιστικού φορέα και αυτό συνέβη μετά την αποτυχία της Εθνικής Παρατάξεως. Είχαμε Νομάρχες, Δημάρχους, αλλά έως εκεί. Κοιτάξτε, οι μηχανισμοί των ελληνικών κομμάτων δεν επιτρέπουν» ώστε οι γνήσιοι αγωνισταί να διαπρέψουν. Τόσο εγώ, όσο και ο Σπύρος Σταθόπουλος στα τέλη της δεκαετίας του 70 είχαμε προτάσεις από διαπρεπή στελέχη της ΝΔ όμως δεν ενδώσαμε παρά τις αντιρρήσεις του πολιτικού μας πατέρα Τζόρτζιο Αλμιράντε! Θυμάμαι, ήταν 30 Νοεμβρίου του Αγ. Ανδρέου όταν δειπνούσαμε μια τον Μεγάλο Αρχηγό σ’ ένα ρεστοράντ στη Ρώμη. Κάποια στιγμή αγρίεψε (περίεργο για εκείνον) λέγοντας: «Στην Ελλάδα δεν υπάρχει Εθνικισμός βάθους! Άρα αντί να σας εμπαίζουν οι πολιτικοί των στελεχών της Εθν. Παρατάξεως, προσχωρήστε στο μεγάλο Κόμμα, δημιουργήστε το κύτταρο και την κατάλληλη στιγμή ρομπέτε λε ρίγχε (σπάστε τους ζυγούς) δημιουργώντας έναν πολιτικό σχηματισμό στα ιδεολογικά μας μέτρα! Τόσα στελέχη σας είναι σπαρμένα ανά την επικράτεια. Τώρα όμως, γιατί αργότερα θα είναι αργά.» Φυσικά δεν τον ακούσαμε. Γιατί; Διότι διαγνώσαμε ότι τα ελληνικά εθνικιστικά κύτταρα έπασχαν από το σύνδρομο της «αρχηγήτιδος» ως εκ τούτου θεωρούσαμε ότι ήταν αδύνατον στο διηνεκές του χρόνου να συμπλεύσουν. Δυστυχώς δικαιωθήκαμε όταν λίγο αργότερα κατήλθαν στις εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο κατακερματισμένοι: ΚΕΜΕ Προοδευτικοί, ΕΠΕΝ, ΕΝΕΚ, Εθνικιστική Συμπαράταξη, Ελληνικό Μέτωπο, Χρ. Αυγή!
Ζούμε μια περίοδο πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής στην Ελλάδα σήμερα; Υπάρχουν ομοιότητες με την Ιταλία του 60 και του 70;
Ναι υπάρχουν ομοιότητες με τις εξελίξεις στην Ιταλία. Όμως εκεί το Εθνικιστικό Κίνημα είχε γερές βάσεις. Ιστορία, Ιδεολογικό βάθος και οράματα μα προπαντός διέθετε Αρχηγό χαρισματικό, υπεύθυνο, συνεπή και Τίμιο!
Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στην νοοτροπία των Ελλήνων εθνικιστών, τι θα ήταν αυτό;
Δύσκολο και ισχύει ότι και στο ποδόσφαιρο… Οι οπαδοί ζητούν από έναν προπονητή να κερδίσει το πρωτάθλημα στον πρώτο χρόνο της θητείας του!! Το ίδιο ισχύει και για τα στελέχη του εθνικισμού: Πάση θυσία να εκλεγούν βουλευτές από την πρώτη πολιτική μάχη! Γιατί ο Κώστας Πλεύρης απενεργοποίησε την Πρώτη Γραμμή αφού, κατά την γνώμη μου είχε περάσει τις εξετάσει αφήνοντας άριστες εντυπώσεις! Αν επέμενε, σήμερα θα ήταν Ευρωβουλευτής μ’ ένα κίνημα πίσω του, συμπαγές και ιδεολογικά συνεπέστατο. Η Πρώτη Γραμμή ήταν η μεγάλη ευκαιρία, δεδομένου ότι είχε καταφέρει σύμπνοια μεταξύ στελεχών του ΕΝΕΚ, Χρ. Αυγής, μέρος της ΕΠΕΝ και φιλομοναρχικών οργανώσεων.
Ζώντας και την εμπειρία μίας χώρας με πλούσια πολιτική και πνευματική παράδοση στον εθνικιστικό χώρο, όπως η Ιταλία, ποιες νομίζετε ότι είναι οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός μαζικού λαϊκού πατριωτικού κινήματος στην χώρα μας;
Το λέτε και εσείς, πώς η Ιταλία έχει πλούσια πνευματική και πολιτική παράδοση στον Εθνικιστικό χώρο, ενώ η Ελλάδα διαθέτει υποτυπώδη αντίστοιχη! Ακόμη και το Απριλιανό Κίνημα δεν χαρακτηρίσθηκε εθνικιστικό. Το αξιοθρήνητο δέος με το οποίο η εποχή μας χαρακτηρίζεται ως εποχή παραφροσύνης, η αξιολύπητη αυτάρκεια με την οποία χαρακτηρίζεται μεγαλειώδης, δικαιώνονται από την υπέρμετρη ακαταληψία, και τον παραλογισμό των εμπειρικών εθνικιστικών ή μάλλον ψευτοεθνικιστικών δεδομένων συνιστούν την πραγματικότητα. Παραφροσύνη και μεγαλείο δεν μπορούν ποτέ να θεωρηθούν ιδιότητες ενός συνεπούς εθνικισμού. Υπάρχει η ατομική προβολή του καθενός, τώρα όπως και πριν εικοσιπέντε χρόνια. Αναρωτιέμαι, μήπως εμείς οι λίγοι είμαστε παράφρονες αφού δεν παραφρονήσαμε. Επιτρέψτε μου να τελειώσω λέγοντας: Επ’ ευκαιρία της επετείου της θυσίας του Μάντακα θα συμπληρώσω πως κάποιοι φυλακισθήκαμε, κάποιοι ξόδεψαν τις περιουσίες τους στο Εθνικιστικό αγώνα, κάποιοι έχασαν την επιχειρηματική ή επιστημονική τους καριέρα, κάποιοι διέλυσαν τον γάμο τους, κάποιοι άλλοι κακοποιήθηκαν σωματικά!
Έναντι ποίου τιμήματος όλα αυτά; Για να εκλεγούν κάποιοι με εθνικιστικές ψήφους στην Βουλή και να προτείνουν: αίθουσες του κοινοβουλίου να ονομασθούν Λαμπράκης ή άλλων μαρξιστών…
Πλήρης παραλογισμός! Τι μας απομένει; Να ψάχνουμε με νοσταλγία τον Ηγέτη που θα μας προσφέρει τα κίνητρα της ιδεολογικής μάχης και χωρίς αυτόν κάθε κίνησή μας, όλες οι προσπάθειες μας θα παραμένουν απλώς απότοκα παραλογισμού.
η συνέντευξη δόθηκε στον Δημήτρη Ζαφειρόπουλο τον Φεβρουάριο του 2009