Για τον «Ερωτικό Εθνικισμό»

6 Χρόνος ανάγνωσης

γράφει ο Γιώργος Μάστορας

Πόσες φορές, άραγε, θα πρέπει να επαναλάβουμε την μελέτη (και όχι απλώς ανάγνωση) ενός κειμένου για να αντιληφθούμε το μέγεθος της αξίας του; Αν ο δέκτης τής μελέτης είναι εχέφρων και δύναται να εντρυφήσει στο εσωτερικό περιεχόμενο τού γραπτού κειμένου, τότε μπορεί να κρίνει σύμφωνα με την δική του υποκειμενική (;) άποψη την σπουδαιότητα ή μη αυτού που διαβάζει-μελετά.

Πριν από λίγες ημέρες, είχα την δυνατότητα να μελετήσω μια ολιγοσέλιδη έκδοση υπό τον τίτλο «Αυστηρώς ακατάλληλον για μη Εθνικιστές», με «προκλητικό» εξώφυλλο. Παρά τον τίτλο και την εικόνα του εξωφύλλου που το συνοδεύει, η έκδοση αυτή δεν αφορά κάποια ιδεολογικοπολιτική ανάλυση, αλλά αποτελεί 14 ποιητικές καταθέσεις ψυχής, που, σε μένα τουλάχιστον, συνδέονται με τις έννοιες του Έρωτα και του Εθνικισμού. Παραθέτω μια από αυτές τις ποιητικές καταθέσεις ψυχής, την οποία «πονοκεφάλιασα» για να την διαλέξω από τις υπόλοιπες:

«Σε θέλω…»

Σε θέλω…
σαν σταγόνα στην ηλιαχτίδα…
σαν αίμα στην φλέβα σου῾
σαν αγρύπνια για την Πατρίδα…
σαν Ιδανικό στο βλέμμα σου.

Σε θέλω…
ως θάνατο ικέτη…
ως αγιοκέρι αλλαγής῾
ως Έρωτα ηγέτη…
ως επικράτηση Τιμής.

Σε θέλω…
σαν ρίγος στην πυρά…
σαν φυλακτό ύστατο῾
σαν θέριεμα στην πεθυμιά…
σαν άχραντο στο σύθαμπο.

Σε θέλω…
ως προσμονή διαταγής…
ως αγέννητο ανασασμό῾
ως πυράκτωση ψυχής…
ως Μαχητή Θεό.

Με αφορμή αυτόν τον (ας μου επιτραπεί ο όρος) Εθνοερωτικό δημιουργικό ποιητικό οίστρο της νοητικής φαντασίας, σε άμεσο συνδυασμό με τις αληθινές εμπειρίες τής ανθρώπινης ζωής, ποιο είναι το δίδαγμα τής Αλήθειας στην καθημερινότητά μας; Ότι οι άνθρωποι μάς θυμίζουν τα χωράφια, καθώς άλλα είναι χέρσα και όσο και να τα καλλιεργήσεις δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να καρπίσουν εκεί η Αλήθεια, η Αρετή και η Ευτυχία του Έρωτα, ενώ άλλα είναι γόνιμα και η προσπάθεια γονιμοποίησης πάνω σε αυτά μπορεί να φέρει ακόμη και το πλέον μέγιστο αποτέλεσμα. Δεν είναι δυνατόν, λοιπόν, στον/στην οποιοδήποτε να μπορεί να εκφράζει με τον πλέον παραστατικό τρόπο τις εκφράσεις και τις εκφάνσεις των όσων νιώθει, βλέπει και ακούει. Όχι μόνο γιατί ο συγγραφικός και ποιητικός οίστρος δεν εμφανίζονται με φειδωλό τρόπο σε κάθε άνθρωπο, αλλά πολύ περισσότερο επειδή για να δύνασαι να εκφραστείς με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να είσαι γεμάτος από εσωτερική ευαισθησία, αλτρουισμό, ευσέβεια στις αέναες διαδικασίες της ζωής και πλήρη αποφυγή κάθε συναναστροφής με την ύβρη.

Επανερχόμενος στην ποιητική αυτή συλλογή, θυμήθηκα τον Γκαίτε, σύμφωνα με τον οποίο ο Έρωτας εξιδανικεύει τον Αγαπημένο στο μυαλό εκείνου που τον ερωτεύεται. Γιατί ο Έρωτας είναι το συναίσθημα εκείνο το οποίο κυριαρχεί έναντι παντός άλλου, που δεν επιτρέπει συμβιβασμούς ή υπεκφυγές, καθώς είναι απόλυτος, κάθετος και «σκληρός» στο περιεχόμενο του, μη σηκώνοντας μύγα στα φτερωτά βέλη του. Και φυσικά, σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις, μου έρχονται πάντοτε στο νου τα λόγια του Αριστοτέλη, ο οποίος μιλώντας περί Αγάπης είπε ότι «είναι καλύτερο να αγαπά κανείς, παρά να αγαπιέται. Το να αγαπά κανείς είναι ενέργεια ηδονής και αγαθό, ενώ δεν προκύπτει καμία ενέργεια για εκείνον που αγαπιέται μέσα από την κατάσταση αγάπης που τον περιβάλλει. Ακόμα, είναι καλύτερο να γνωρίζει κανείς, παρά να τον γνωρίζουν. Γιατί αντικείμενο γνώσης και αγάπης μπορούν να γίνουν και τα άψυχα, ενώ μόνο τα έμψυχα μπορούν να γνωρίζουν και να αγαπούν». Σύμφωνα με τον Μεγάλο Σταγειρίτη Φιλόσοφο και Δάσκαλο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η προσφορά αγάπης και ενδιαφέροντος να γνωρίζουμε τον άλλον ταυτίζεται με την Ηδονή, την Αρετή και την Ευτυχία. Όπως πολύ σωστά αναφέρει, αντικείμενα αγάπης και μελέτης μπορούν να γίνουν και τα άψυχα. Μόνο, όμως, όπου υπάρχει Ψυχή υφίσταται και αληθινή προσφορά Αγάπης, ανεξάρτητα από την ανταπόδοση ή μη αυτού του μεγαλειώδους αισθήματος.

Γιατί χαρακτηρίζω αυτήν την Εξαιρετική ποιητική συλλογή ως «Ερωτικό Εθνικισμό»; Επειδή ο Έρωτας (μαζί με τον Πόλεμο) είναι Πατέρας των Πάντων και παιδί της Ποίησης. Ως εκ τούτου, σε αυτόν «όλα επιτρέπονται». Είτε για την Πατρίδα και τις Ιδέες μας, είτε για το Έτερον Ήμισυ μας. Ακόμα και οι υπερβολές και η υπέρβαση τής ζωής. Ό,τι δεν έχει γραφτεί με το Αίμα («Γράψε με το Αίμα και θα καταλάβεις πως το Αίμα είναι πνεύμα» έλεγε ο Φιλόσοφος του Βορρά Φρειδερίκος Νίτσε) «δεν αξίζει τον κόπο». Και το Αίμα δεν είναι πάντοτε κατ’ ανάγκην αυτό που «ταΐζει» το σώμα και περνά τακτικά από την καρδία και τις φλέβες. Αίμα είναι και ο Έρωτας, είναι και ο Πόνος που βγαίνει από αυτόν. «Το Αίμα είναι η Ζωή», όπως έλεγε και η διαφημιστική ρήση της ταινίας γοτθικού ρομαντισμού «Δράκουλας» (1992) του Φράνσις Φόρντ Κόπολα. Γι’ αυτό, το Αίμα, η Ζωή και ο Έρωτας θα αποτελούν εσαεί κάτι το ενιαίο και το συμπαγές.

Share This Article