Σε επίπεδα αρκετά πάνω από το 20% υπολογίζεται το περίσσευμα της πράσινης ενέργειας τα επόμενα χρόνια, που δεν θα μπορεί να απορροφηθεί από το ελληνικό σύστημα και θα καταλήγει στα αζήτητα.
Σε ένα περιβάλλον όπου παρά τα απανωτά καμπανάκια, τη στάσιμη ζήτηση και την υπερπροσφορά ενέργειας, οι ρυθμοί εισόδου νέων έργων στο σύστημα συνεχίζονται με ακάθεκτο ρυθμό, η πλημμυρίδα των ΑΠΕ θα ενταθεί, μαζί και οι περικοπές ενέργειας που θα καταλήγουν στα «σκουπίδια».
Το πρόβλημα της τεράστιας ανισορροπίας που για να μην οδηγήσει σε μπλακ άουτ θα αντιμετωπίζεται με ολοένα και μεγαλύτερα «ψαλίδια» στην πράσινη παραγωγή αποτυπώνεται στα στοιχεία που παρουσιάστηκαν την περασμένη εβδομάδα στην ημερίδα «Innovation in Energy» του ΙΕΝΕ.
Σε μια χώρα όπου η κατανάλωση μετά βίας φτάνει τα 7 GW, πλην κάποιων ωρών του χρόνου που αγγίζει τα 11 GW, η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ φτάνει τα 15,8 GW και τέτοια εποχή του χρόνου θα έχει υπερβεί τα 17 GW.
Και ενώ το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα υπολογίζει τα εν λειτουργία έργα ΑΠΕ στα 24,7 GW το 2030, στελέχη της αγοράς προβλέπουν ότι η πράσινη ισχύς θα έχει φτάσει τα 34 GW στο τέλος της δεκαετίας.
Στη πράξη αυτό σημαίνει ότι η πράσινη παραγωγή θα φτάσει το 2030 στις 75 TWh, αλλά η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια κατά το ίδιο διάστημα δεν θα υπερβαίνει τις 61 TWh.
Συνυπολογίζοντας και το ισοζύγιο των διασυνδέσεων που προβλέπεται εισαγωγικό κατά 2 TWh, τότε προκύπτει ένα περίσσευμα καθαρής ενέργειας της τάξης των 16 Τεραβατωρών, που αντιστοιχεί στο 21% της πράσινης παραγωγής και συνεπάγεται «άγριες» περικοπές.
Τα νούμερα μάλιστα είναι μετριοπαθή. Στην παραπάνω υπόθεση εργασίας, η παραδοχή είναι ότι θα καλύπτεται από ΑΠΕ το σύνολο της ηλεκτροπαραγωγής. Επειδή στο μείγμα θα συμμετέχουν και υδροηλεκτρικές μονάδες καθώς και μονάδες φυσικού αερίου, είναι πολύ πιθανό οι περικοπές να είναι ακόμα μεγαλύτερες του 21%.
Το πρόβλημα έχει να κάνει με τη ζήτηση, όχι με την έλλειψη μπαταριών, όπως φωνάζει χρόνια τώρα ο πρόεδρος του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ) Στέλιος Λουμάκης. Η αποθήκευση, το μόνο που κάνει σε ένα σύστημα είναι να ετεροχρονίζει, δηλαδή να μεταφέρει την έγχυση της παραγωγής σε άλλες ώρες, ωστόσο δεν αυξάνει την ετήσια κατανάλωση. Το ίδιο και τα επιπλέον δίκτυα. Απλώς μεταφέρουν την ενέργεια σε διαφορετική τοποθεσία για κατανάλωση, με προϋπόθεση ότι υπάρχει ζήτηση.
Ποιους αφορούν τα καμπανάκια
Τα παραπάνω οδηγούν μαθηματικά σε μια κατάσταση μη βιωσιμότητας για τα πολλές χιλιάδες πράσινα έργα, με συμβάσεις λειτουργικής ενίσχυσης διαφορικής προσαύξησης (ΣΕΔΠ), καθώς εκτίθενται όλο και περισσότερο στις αρνητικές ή μηδενικές τιμές στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού που πηγαίνουν «χέρι χέρι» με τις περικοπές ΑΠΕ σε περιόδους υπερπροσφοράς ενέργειας και χαμηλής ζήτησης.
Εξαιρούνται μόνο οι «οικονομικά αδιάφοροι» στις διακυμάνσεις των χρηματιστηρίων: Είτε δηλαδή οι καθετοποιημένοι παίκτες που εξισορροπούν τα κόστη της αγοράς χονδρικής με τα τιμολόγια που παρέχουν στη λιανική και άρα δεν επηρεάζονται. Είτε όσοι έχουν έργα με κλειδωμένες «ταρίφες» feed in tariff (έργα με συμβάσεις ΣΠΗΕ και ΣΕΣΤ με τον ΔΑΠΕΕΠ και όχι ΣΕΔΠ), άρα θα πληρωθούν από τον εγχώριο ΕΛΑΠΕ. Είτε αυτοί που έχουν συνάψει μακροχρόνιες διμερείς συμβάσεις (PPAs), επομένως συναλλάσσονται σε προσυμφωνημένες τιμές.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η λογική λέει ότι οι νέες επενδύσεις θα αποθαρρυνθούν, καθώς η εξασφάλιση χρηματοδότησης δυσχεραίνει συνεχώς, με τις τράπεζες να συνυπολογίζουν όλο και περισσότερο πλέον τον κίνδυνο των περικοπών.
Πάμε για περικοπές 8%-10% φέτος
Από την αρχή της χρονιάς μέχρι σήμερα έχουν «πεταχτεί στα σκουπίδια» κοντά στις 800 GWh, δηλαδή ποσότητες πράσινης ενέργειας όσες περίπου ολόκληρο το 2024 (860 GWh) και βρισκόμαστε ακόμη στα μέσα Μαΐου.
Εκτός δηλαδή από αρκετές ακόμη εβδομάδες με χαμηλή ζήτηση και υψηλή ηλιοφάνεια, έχουμε μπροστά μας ολόκληρο το φθινόπωρο, που από πλευράς περικοπών θα είναι χειρότερο από το περυσινό. Διότι τα περισσότερα από τα περίπου 2 νέα GW φωτοβολταϊκών που υπολογίζεται ότι θα προστεθούν φέτος στο σύστημα, εκτιμάται ότι θα ηλεκτριστούν από το δεύτερο εξάμηνο και μετά.
Σε αυτό το περιβάλλον, η εκτίμηση των ανθρώπων της αγοράς είναι ότι φέτος θα δούμε περικοπές που θα φτάσουν το 8%-10% της συνολικής παραγωγής από ΑΠΕ. Δηλαδή υπερδιπλάσιες από πέρυσι, όπου με 24 TWh συνολική παραγωγή ΑΠΕ, δεν είχαν ξεπεράσει το 4% (860 GWh).