Νίκη: Η κυβέρνηση της ΝΔ διασφαλίζει την επιβίωση των νέων εργαζομένων με μισθούς 743 έως 762 ευρώ το μήνα καθαρά

4 Min Read

Η κυβέρνηση ανακοίνωσε αυξήσεις 34 έως 43 ευρώ το μήνα στα καθαρά ποσά του κατώτατου μισθού για 575.000 εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα.

Με τις αυξήσεις αυτές ο κατώτατος μισθός από την 1η Απριλίου θα φθάνει τα 743 ευρώ το μήνα καθαρά για όσους είναι άγαμοι, τα 752 ευρώ το μήνα καθαρά για όσους εργαζόμενους έχουν ένα ανήλικο παιδί και τα 762 ευρώ για όσους έχουν 2 ή περισσότερα παιδιά, δηλαδή ακόμη και για όσους είναι τρίτεκνοι και πολύτεκνοι.

Αλλά και για τους δημοσίους υπαλλήλους οι αυξήσεις δεν υπερβαίνουν τα 25 ευρώ το μήνα καθαρά στις περισσότερες περιπτώσεις. Εάν στην κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη νομίζουν ότι με αυτές τις αυξήσεις μπορούν οι εργαζόμενοι σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα να καλύψουν το υπέρογκο κόστος των ανατιμήσεων σε καύσιμα, ηλεκτρισμό, τρόφιμα, στέγαση-ενοίκια, εισιτήρια-μέσα μεταφοράς, ένδυση-υπόδυση κι άλλα αγαθά πρώτης ανάγκης, αν θεωρούν ότι χιλιάδες τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες θα αντιμετωπίσουν με τέτοια ποσά αυξήσεων το κύμα της ακρίβειας που εξακολουθεί να τούς πλήττει, τότε σίγουρα δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματικότητα. Μη λησμονούμε ότι την τετραετία 2019-2024 ο συσσωρευμένος πληθωρισμός ξεπέρασε το 17%.

Ας διερωτηθούν αν μια νέα οικογένεια με ένα παιδί και με ενοίκιο 400 ευρώ μπορεί να επιβιώσει με μισθό 752 ευρώ το μήνα καθαρά. Κι ας κοιτάξουν να παρέμβουν ουσιαστικά για να διασφαλίσουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και επιβίωσης σε όλους τους νέους εργαζόμενους που επιθυμούν να δημιουργήσουν οικογένειες και να προσφέρουν στην πατρίδα μας.

Ας μας πουν οι κύριοι της κυβέρνησης, γιατί ενώ ισχυρίζονται ότι «βγήκαμε από τα Μνημόνια» διατηρούν ακόμη σε ισχύ τις μνημονιακές διατάξεις του 2012 με τις οποίες δεν επιτρέπεται να υπογράφονται συλλογικές συμβάσεις εργασίας εφόσον πάνω από το 50% των εργοδοτών δεν εκπροσωπούνται στις διαπραγματεύσεις. Με τις μνημονιακές αυτές διατάξεις που παραμένουν σε ισχύ καθίσταται αδύνατη η υπογραφή συλλογικών συμβάσεων που θα μπορούσαν να διασφαλίζουν αξιοπρεπείς μισθούς για χιλιάδες εργαζόμενους.

Ας μας εξηγήσουν οι κυβερνητικοί «φωστήρες» για ποιους λόγους η οικονομία μας εξακολουθεί να μην είναι ανταγωνιστική παρά την κατάρρευση των πραγματικών μισθών; Η παραγωγικότητα της εργασίας κατέγραψε το 2024 περιορισμένες βελτιώσεις ωστόσο το χάσμα σε σχέση με τις λοιπές χώρες της Ε.Ε. παραμένει αγεφύρωτο. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα το ΑΕΠ ανά εργαζόμενο το 2023 (τελευταία στοιχεία) ανήλθε στο 57% του μέσου όρου της Ευρωζώνης και στο 63% του μέσου όρου της Ε.Ε. Χειρότερη είναι η αναλογία του ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας, το οποίο στην Ελλάδα είναι μόλις στο 44% του μέσου όρου της Ευρωζώνης και στο 50% του μέσου όρου της Ε.Ε. Αυτός είναι ο λόγος που οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα είναι οι χαμηλότεροι στην Ε.Ε. πριν μόνον από την Βουλγαρία.

Η κατάρρευση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας αποτυπώνεται και στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών για το 2024 οπότε και καταγράφηκε έλλειμμα 15,1 δις ευρώ αυξημένο κατά 1,2 δις ευρώ σε σχέση με το 2023 ενώ το Εμπορικό Έλλειμμα για το 2024 ξεπέρασε τα 34,6 δις ευρώ. Κοινώς εισάγουμε πολλαπλάσια από όσα εξάγουμε ενώ η παραγωγή μας έχει καταρρεύσει.

Εάν δεν ληφθούν μέτρα για την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω υγιών επενδύσεων, την ενίσχυση της υγιούς επιχειρηματικότητας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες θα αναβαθμίσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, ο φαύλος κύκλος της κατάρρευσης των εισοδημάτων θα συνεχιστεί.

Η κοινωνία ζητά από την κυβέρνηση να σκύψει με πραγματικό ενδιαφέρον πάνω στα καθημερινά της προβλήματα με την θέσπιση ουσιαστικών μέτρων ενίσχυσης της συνοχής και διασφάλισης στοιχειωδών συνθηκών οικονομικής επιβίωσης. Αυτά να κοιτάξουν να νομοθετήσουν οι κυβερνώντες και να σταματήσουν τα επικοινωνιακά παιχνίδια εντυπώσεων με τους αριθμούς και τη στατιστική.

Share This Article