Οι υστεροβυζαντινοί χρόνοι ως οδοδείκτης της συνέχειας του Έθνους (μέρος Β’)

10 Χρόνος ανάγνωσης

Το ανοσιούργημα της κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 άλλαξε άρδην τον συσχετισμό των δυνάμεων στα εδάφη της άλλοτε κραταιάς Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η λυσσαλέα και φανατική αντίσταση στους λατίνους κατακτητές άρχισε από την πρώτη κιόλας μέρα. Οι κύριες εστίες αντίστασης ήταν η Αυτοκρατορία της Νίκαιας, το Δεσποτάτο της Ηπείρου και η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Η λεγομένη Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης (Imperium Romaniae) υπήρξε το κρατικό μόρφωμα που διαδέχθηκε την ελληνορθόδοξη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Παράλληλα η εγκαθίδρυση του Βασιλείου της Θεσσαλονίκης, του δουκάτου των Αθηνών και των Θηβών καθώς και του πριγκιπάτου  της Αχαΐας εγκαινίασαν την Λατινοκρατία στον ελλαδικό χώρο.
Τα Λατινικά κράτη στον ελλαδικό χώρο
Πρώτος «αυτοκράτορας» της Λατινικής Αυτοκρατορίας εξελέγη ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας ενώ Λατίνος αρχιεπίσκοπος, υπόλογος στον Πάπα, διετέλεσε ο Θωμάς Μοροζίνι. Στην πραγματικότητα ο Λατίνος Αυτοκράτορας είχε υπό τον έλεγχο του μόνο τα 5/8 της Βασιλεύουσας καθώς τα υπόλοιπα 3/8 περιήλθαν υπό την κατοχή των Βενετών που διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στην κατάκτηση της Πόλης. Ο Βονιφάτιος του Μομφερά, αν και αρχηγός της Δ σταυροφορίας, αρκέστηκε στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης ενώ νέες λατινικές ηγεμονίες ιδρύθηκαν στον νότο. Αυτό το βασίλειο αποδείχθηκε βραχύβιο παρά την αδιαμφισβήτητη  γενναιότητα του Βονιφάτιου στο πεδίο της μάχης.

Το 1207 οι Βούλγαροι συνασπίστηκαν με την Αυτοκρατορία της Νίκαιας κατά των Λατίνων. Στην σφοδρή μάχη της Μονυσούπολης ο Βονιφάτιος του Μομφερά άφησε την τελευταία του πνοή και η κεφαλή του στάλθηκε στον τσάρο των Βουλγάρων Καλογιάννη. Το βασίλειο της Θεσσαλονίκης έπαψε να υπάρχει το 1224 όταν ο Δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος έθεσε ξανά την ιστορική πόλη υπό βυζαντινή κυριαρχία και κατέλυσε το σταυροφορικό κράτος των Μομφερά.

Για την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης όμως ο δρόμος ήταν ακόμα μακρύς και οι διεκδικητές καθιστούσαν μη προβλέψιμο το όποιο αποτέλεσμα σε ένα εξαιρετικά ασταθές  περιβάλλον. Η Λατινοκρατία λειτούργησε ως πόλος συσπείρωσης για τους Βυζαντινούς καθώς σταδιακά εκλείπει η ιδέα της οικουμενικότητας της Αυτοκρατορίας. Η αναβίωση του εθνικού ονόματος «Έλλην» και η συνειδητοποίηση της ελληνικότητας του Βυζαντίου δίνουν νέα πνοή στους αγώνες μίας κατακερματισμένης αυτοκρατορίας που πλέον μετεξελίσσεται σε έθνος-κράτος. Η πολυεθνική αυτοκρατορία των περασμένων αιώνων και η ιδέα του μεγάλου οικουμενικού χριστιανικού έθνους ανήκουν στο παρελθόν ανεπιστρεπτί. Η αυτοκρατορία απαλλαγμένη από έθνη που τελούσαν υπό την κυριαρχία της (Αρμένιους, Σύριους, Σλάβους κλπ)  εκδηλώνει πια ξεκάθαρα τον ελληνικό εθνικό της χαρακτήρα. Η αναγκαιότητα για διάκριση έναντι των ομόθρησκων Λατίνων λειτούργησε συγκεραστικά ως προς την διαμόρφωση μίας ιδεολογίας με βάση τις αρχαίες ελληνικές ρίζες και την Ορθοδοξία. Ο Ιωάννης Δόύκας Βατάτζης απαντά χαρακτηριστικά σε επιστολή στον προκλητικό  Πάπα Γρηγόριο Θ’ «εν τω γένει των Ελλήνων ημών η σοφία βασιλεύει».

Η Αυτοκρατορία της Νικαίας: Λασκάριδες και Ιωάννης Δούκας Βατάτζης
Αναντίρρητα ο πόλεμος του βούλγαρου τσάρου Καλογιάννη και της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης είχαν θετικά αποτελέσματα για την αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ο Θεόδωρος Λάσκαρης κατόρθωσε να ανασυγκροτηθεί μετά από τις σημαντικές ήττες που υπέστη ο βυζαντινός στρατός στο Ποιμανηνό και την Προύσα (1204-05) από τους Φράγκους του Βαλδουίνου. Ο Βαλδουίνος αιχμαλωτίστηκε και δολοφονήθηκε από τον τσάρο Καλογιάν μετά την ήττα των Σταυροφόρων στην Αδριανούπολη. Ο Καλογιάν δεν δίστασε να του βιάσει την γυναίκα και να πιεί κρασί από το κρανίο του, σύμφωνα με τον Γεώργιο Ακροπολιτή, πράξεις ενδεικτικές του πολιτισμού των Βουλγάρων κατά των Μεσαίωνα.

Όταν ο Θεόδωρος Λάσκαρης πέθανε το 1222 παρέδωσε στον γαμπρό και διάδοχο του Ιωάννη Δούκα Βατάτζη ένα εύρωστο κράτος ικανό για την υπέρβαση. Η θυελλώδης προσωπικότητα του Ιωάννη Βατάτζη και η αμετακίνητη προσήλωση του στην κατίσχυση της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας αποτέλεσαν ένα εκρηκτικό μείγμα για τους εχθρούς της Ρωμανίας. Το 1223 δόθηκε μάχη καταλυτικής σημασίας στο Ποιμανηνό όπου ο Βατάτζης, επικεφαλής ο ίδιος του βυζαντινού στρατεύματος, συνέτριψε τους Φράγκους. Οι Φράγκοι απωθήθηκαν από τα μικρασιατικά εδάφη και ο Βατάτζης μετέφερε τον πόλεμο στις ευρωπαϊκές κτήσεις της Λατινικής Αυτοκρατορίας. Στην Θράκη κυμάτισαν ξανά τα βυζαντινά λάβαρα ενώ ο λατίνος «αυτοκράτορας» Ροβέρτος του Κουερτεναί αρκέστηκε στην άμυνα της Κωνσταντινούπολης .Ωστόσο η ανάκτηση της Βασιλεύουσας ήταν αδύνατη την δεδομένη χρονική στιγμή. Τόσο το Δεσποτάτο της Ηπείρου υπό την στιβαρή ηγεσία του Θεόδωρου Δούκα Άγγελου όσο και οι Βούλγαροι υπό τον Ιωάννη Ασάν διεκδικούσαν τον ίδιο ακριβώς θρόνο.

Μετά την ήττα των Βυζαντινών της Ηπείρου από τους Βούλγαρους στην μάχη της Κλοκοτνίτσα ο Βατάτζης έσπευσε να συμμαχήσει με τον Τσάρο των Βουλγάρων. Μάλιστα πολιόρκησαν από κοινού την Κωνσταντινούπολη (1235 και 1236) η οποία ωστόσο παρέμεινε υπό την κατοχή των Φράγκων. Ο Ιωάννης Βατάτζης άσκησε πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Δεν δίστασε να συμμαχήσει με τους Σελτζούκους Τούρκους το 1246 κατά την διάρκεια της εισβολής των Μογγόλων στην Μικρά Ασία ενώ παράλληλα προσέγγισε και ανέπτυξε συμμαχίες με  τον Γερμανό Αυτοκράτορα Φρειδερικό Χοενστάουφεν. Ο Βατάτζης υπερδιπλασίασε τα εδάφη της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και όταν πέθανε το 1254 στο Νύμφαιο της Μικράς Ασίας η ανακατάληψη της Πόλης ήταν απλώς θέμα χρόνου. Ο διάδοχος του Θεόδωρος ΄Β  Λάσκαρης υπήρξε ικανός αλλά άτυχος αυτοκράτορας καθώς πέθανε σε ηλικία 36 ετών από χρόνια ασθένεια. Ήταν άνδρας θαυμαστής μόρφωσης με υψηλή θεολογική και φιλοσοφική κατάρτιση. Επιπροσθέτως  χρησιμοποιούσε εκτεταμένα το εθνικό όνομα Έλλην αφενός ως αντιπαραβολή στους Λατίνους αφετέρου ως αποσύνδεση από οτιδήποτε το ρωμαϊκόν με την λατινική έννοια .Κατόρθωσε να συγκρατήσει τους Βούλγαρους μετά από τις επιχειρήσεις κατάληψης των βυζαντινών εδαφών στην Θράκη και την Μακεδονία και να περιορίσει σημαντικά τους Φράγκους.


Η απελευθέρωση της Βασιλεύουσας
Ωστόσο αυτός που έμελλε να απελευθερώσει την Κωνσταντινούπολη από τους Φράγκους και τους Βενετούς ήταν ο χειρότερος εχθρός της αυτοκρατορικής οικογένειας των Λασκαριδών. Ο ανώτερος στρατιωτικός διοικητής της Νίκαιας Μιχαήλ Παλαιολόγος τύφλωσε τον 11χρονο νόμιμο διάδοχο του θρόνου Ιωάννη ΄Δ Λάσκαρη-Βατάτζη ανήμερα των γενεθλίων του και τον ανάγκασε να κλειστεί σε μοναστήρι. Αυτό το ανοσιούργημα εξαγρίωσε τους μικρασιατικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας που ήταν συναισθηματικά δεμένοι με την οικογένεια των Λασκαριδών. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Λασκάριδες συστηματικά και μεθοδευμένα ευνοούσαν τους αγροτικούς μικρασιατικούς πληθυσμούς έναντι των γαιοκτημόνων και της αριστοκρατίας της οποίας εκφραστής ήταν ο Μιχαήλ Παλαιολόγος όπως και οι υπόλοιποι στρατιωτικοί.

Ο Μιχαήλ Παλαιολόγος αφού ανέκτησε την Κωνσταντινούπολη το 1261 δίνοντας τέλος στους πολύχρονους και αιματηρούς αγώνες των Ελλήνων της Νίκαιας  προέβη σε αυτή την ομολογουμένως επαίσχυντη πράξη προκειμένου να σφετεριστεί την εξουσία. Ο τυφλωμένος Ιωάννης παρέμεινε σε μοναστήρι ως το τέλος της ζωής του. Μάλιστα ο γιος του Μιχαήλ  Ανδρόνικος όταν έγινε αυτοκράτορας επισκέφθηκε τον Ιωάννη στο μοναστήρι για να ζητήσει ταπεινά συγγνώμη για αυτό το έγκλημα δίχως τιμωρία που διέπραξε ο πατέρας του. Το 1259 ο Μιχαήλ Παλαιολόγος, επικεφαλής 6.000 Βυζαντινών, νίκησε τις συνασπισμένες δυνάμεις του βυζαντινού Δεσποτάτου της Ηπείρου, του λατινικού πριγκιπάτου της Αχαΐας και του βασιλείου της Σικελίας. Ήταν η περίφημη Μάχη της Πελαγονίας όπου οι Βυζαντινοί συνέτριψαν τους Φράγκους και τους Σικελούς που δυστυχώς υποστηρίζονταν από τους Έλληνες της Ηπείρου. Το πριγκιπάτο της Αχαΐας υπέστη μεγάλο πλήγμα και ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος επικεφαλής αυτού του λατινικού κράτους αιχμαλωτίστηκε. Αργότερα αντάλλαξε την ελευθερία του με την εκχώρηση σημαντικών κάστρων του Μοριά (Μυστράς, Μονεμβασία, Μάνη) στους Βυζαντινούς. Με αυτό τον τρόπο ιδρύθηκε το Δεσποτάτο του Μυστρά. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου μετά την μάχη της Πελαγονίας συνέχισε να υφίσταται αλλά περιορίστηκε σημαντικά και έπαψε να έχει βλέψεις επί της Βασιλεύουσας.

Η πορεία του δεσποτάτου τίθεται προς έρευνα για όλους τους φιλίστορες καθώς κυβερνήθηκε διαδοχικά μέχρι την πλήρη υποταγή στα οθωμανικά στίφη από τους Βυζαντινούς, τις ιταλικές οικογένειες Ορσίνι, Μπουοντεμόλντι και Tocco αλλά και ενδιάμεσα από τους Σέρβους της δυναστείας των Νεμάνια.!

Η Κωνσταντινούπολη απελευθερώθηκε το 1261 από τον στρατηγό Αλέξιο Στρατηγόπουλο ύστερα από περιπολία έξω από τα τείχη της πόλης. Ο ενετικός στόλος έλειπε σε επιχείρηση ανακατάληψης βυζαντινών εδαφών στον Εύξεινο Πόντο όπως και ο φραγκικός στρατός. Ο Αλέξιος Στρατηγόπουλος, επικεφαλής περίπου 800 στρατιωτών, εισέβαλλε στα μεσόγεια τείχη, συνέτριψε την λατινική φρουρά και ο Λατίνος Αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης Βαλδουίνος Β, ο Λατίνος ψευδοπατριάρχης, οι καρδινάλιοι και οι ευγενείς έφυγαν κακήν κακώς  την τελευταία στιγμή από την Βασιλεύουσα όπου ανέμιζαν και πάλι περήφανα τα βυζαντινά λάβαρα. Το ελληνορθόδοξο κράτος είχε παλινορθωθεί και ο αυτοκράτορας της Νίκαιας ερχόταν στην Πόλη εσπευσμένα προκειμένου να στεφθεί Αυτοκράτωρ των Ρωμαίων στην Αγιά Σοφιά.

Ήταν 25 Ιουλιου 1261 και ο Βυζαντινός δικέφαλος αετός ανέμιζε περήφανα και πάλι στην Πόλη του Κωνσταντίνου, ρίχνοντας επιτακτικά το βλέμμα του σε Δύση και Ανατολή.

Ιωάννης – Ανδρέας Γουδέλης

Share This Article