
Ο Σουηδός επιστήμονας και επικεφαλής της Βασιλικής Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών που απονέμει βραβεία Νόμπελ απέκλεισε την έννοια των ποσοστώσεων φύλου ή εθνικότητας στην επιλογή των βραβευθέντων για το βραβείο κύρους.
Ο Göran Hansson, Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας, δέχτηκε ότι υπάρχουν «λίγες γυναίκες» υποψήφιες, αλλά παραδέχτηκε ότι το βραβείο θα πήγαινε τελικά σε εκείνους που «βρέθηκαν οι πιο άξιοι».
Από το ξεκίνημα της απονομής των βραβείων Νόμπελ το 1901, μόνο 59 έχουν πάει σε γυναίκες, αποτελώντας μόλις το 6, 2% του συνόλου. Φέτος μόνο μία σε σύνολο 12 νικητών ήταν γυναίκα.
Ο Hansson, ο οποίος έχει τη τιμή να ενημερώνει τους νικητές για τα Νόμπελ χημείας, οικονομίας και φυσικής, υπερασπίστηκε τη στάση του σχετικά με τις ποσοστώσεις σε συνέντευξή του στην Agence France-Presse.
«Είναι λυπηρό το γεγονός ότι υπάρχουν τόσο λίγες γυναίκες βραβευθέντες με Νόμπελ και αντικατοπτρίζει τις άδικες συνθήκες στην κοινωνία, ιδιαίτερα τα προηγούμενα χρόνια αλλά που εξακολουθούν να υπάρχουν. Υπάρχουν πολλά ακόμα να κάνουμε”, είπε.
«Αποφασίσαμε ότι δεν θα έχουμε ποσοστώσεις για το φύλο ή την εθνικότητα. Θέλουμε κάθε βραβευμένος να γίνει δεκτός … επειδή έκαναν την πιο σημαντική ανακάλυψη και όχι λόγω φύλου ή εθνικότητας. Και αυτό είναι σύμφωνο με το πνεύμα της τελευταίας θέλησης του Alfred Nobel».
«Διασφαλίσαμε ότι κατανοούμε το πρόβλημα και επίσης την υποσυνείδητη προκατάληψη κ.λπ. στις επιτροπές και τις ακαδημίες. Είχαμε διαλέξεις από κοινωνιολόγους, είχαμε ομαδικές συζητήσεις, έχουμε καταβάλει μεγάλη προσπάθεια σε αυτό», πρόσθεσε.
“Στο τέλος, θα δώσουμε το βραβείο σε εκείνους που είναι οι πιο άξιοι, εκείνοι που έχουν κάνει τις πιο σημαντικές συνεισφορές».
«Καμία γυναίκα δεν πήρε τα βραβεία στις επιστήμες φέτος. Πέρυσι είχαμε δύο γυναίκες βραβευθέντες που έλαβαν το βραβείο χημείας, Emmanuelle Charpentier και Jennifer Doudna, και είχαμε μια γυναίκα βραβευμένη στη φυσική, Andrea Ghez. Το προηγούμενο έτος είχαμε την Esther Duflo στις οικονομικές επιστήμες».
Και ενώ περισσότερες γυναίκες αναγνωρίζονται τώρα σε σύγκριση με τις προηγούμενες δεκαετίες, ο Hansson είπε ότι η τάση συνεχώς αυξάνεται.
«Λάβετε υπόψη ότι μόνο το 10% περίπου των καθηγητών φυσικών επιστημών στη Δυτική Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική είναι γυναίκες και ακόμη χαμηλότερες αν πάτε στην Ανατολική Ασία».
Και στη συνέχεια εξήγησε. «Χρειάζονται χρόνια για να αξιολογήθούν οι υποψηφιότητες και να δωθούν τα βραβεία. Θα μπορούσατε να πείτε ότι αυτή είναι η κατάσταση όπως ήταν ίσως μία ή δύο δεκαετίες πριν, όταν έγιναν οι ανακαλύψεις» (σσ. για τις οποίες δίδονται τα βραβεία φέτος).
Ο Hansson δήλωσε ότι το ζήτημα των ποσοστώσεων φύλου συζητήθηκε πριν από περίπου τρεις εβδομάδες, αλλά απορρίφθηκε με το σκεπτικό ότι μπορεί να μειώσει τη νομιμότητα των βραβευθέντων.
«Το συζητήσαμε. Αλλά τότε θα θεωρείται ότι οι βραβευθέντες πήραν το βραβείο επειδή είναι γυναίκες, όχι επειδή είναι οι καλύτεροι. Τώρα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επιστήμονες όπως η Emmanuelle Charpentier ή η Esther Duflo πήραν το βραβείο επειδή έκαναν τις πιο σημαντικές συνεισφορές».
Οι ισοπεδωτιστές/δικαιωματιστές ασφαλώς αντέδρασαν. Η φυσικός και συγγραφέας από τη Νέα Ζηλανδία Laurie Winkless επέκρινε την Ακαδημία σε μια σειρά από tweets. «Στενοχωρημένη αλλά όχι έκπληκτη που η επιτροπή έχει διατηρήσει τις ξεπερασμένες συμπεριφορές της», έγραψε. «Μια υπενθύμιση: αν η Επιτροπή μπορούσε, η Marie Curie δεν θα είχε λάβει το βραβείο φυσικής του 1903».
Η κ. Winkless με άλλα λόγια επιμένει να μη καταλαβαίνει το πνεύμα της αριστείας που διέπει τα βραβεία Νόμπελ και επιθυμεί να τα δει ως ένα ακόμα μέσο προπαγάνδας και προώθησης στρεβλών καταστάσεων στο πνεύμα της πολιτικής ορθότητας.
Η Marie Curie είναι η πρώτη γυναίκα που κέρδισε το βραβείο Νόμπελ, η πρώτη επιστήμονας που κέρδισε το βραβείο δύο φορές και η μόνη που το έχει κερδίσει σε δύο διαφορετικές επιστήμες. Τι αξία θα είχαν τα βραβεία της αν κέρδιζε μόνο και μόνο επειδή ήταν η σειρά μιας γυναίκας να κερδίσει και έπρεπε να βρουν κάποια να το δώσουν;
Κωνσταντίνος Δημητρίου