γράφει ο Γιώργος Μάστορας
Στην σημερινή εποχή, τα επετειακά αφιερώματα σε Μεγάλα Ιστορικά Γεγονότα του παρελθόντος προκαλούν σε αρκετούς Συνειδητοποιημένους Έλληνες μια μελαγχολία, καθώς συγκρίνουν την Αγωνιστικότητα και την Ηρωική Συμπεριφορά του τότε με την νωθρότητα και την δειλία του σήμερα. Οι Εθνικιστές που Σέβονται τις Ιδέες τους και τον Εαυτό τους, έχουν Ιερό Χρέος να μετρούν τα λόγια τους. Όχι μόνο επειδή τα Μεγάλα Ιστορικά – και συνάμα Επαναστατικά – Γεγονότα Επιβάλλουν να Στέκεσαι με Σεβασμό και όχι αλαζονεία απέναντι τους, αλλά και επειδή στις πονηρές ημέρες μας περισσεύει η αφηγηματική φλυαρία και ο αλλαλάζων βερμπαλισμός από κάποιους θλιβερούς τύπους, που δεν έχουν καμία ουσιώδη σχέση, ούτε με τον Εθνικισμό, ούτε με την Επανάσταση. Πουλούν, όμως, ” πατριωτισμό ” της κακιάς ώρας για να συντηρήσουν τα στενά συντηρητικά ατομικά συμφέροντα τους και τα άθλια – ξοφλημένα πολιτικά μαγαζάκια τους.
Με βάση την εισαγωγή αυτή, στις 25 Μαρτίου 2025 συμπληρώνονται 204 χρόνια από την Ελληνική Εθνεγερσία ενάντια στον τούρκο δυνάστη. Πόσα δεν γράφτηκαν και πόσα θα γραφτούν ακόμα, όλες αυτές τις ημέρες, για την Μεγαλύτερη Στιγμή της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, τόσο από τους κρατικούς φορείς, που αναμασούν με παγερή αδιαφορία τα χαμηλού επιπέδου χιλιοειπωμένα ανούσια λογύδρια τους, μέχρι μερικούς “προχωρημένους” υποκριτές και “ψώνια”, που παριστάνουν – ανέξοδα και ανεύθυνα – τους “εθνικιστές”, “πατριώτες”, “εθνικόφρονες”, “ελληνόψυχους”, “ελληνολάτρες”, “ελληνοκεντρικούς” κτλ.
Έτσι, εξευτελίζουν κάθε έννοια Εθνικού Φιλότιμου και Προσωπικής Αξιοπρέπειας, με τις φιλολογικές – τύπου μνημόσυνου – φανφάρες τους και την εξάντληση των όποιων “εθνικών” αποθεμάτων τους σε λεκτικούς λεονταρισμούς μέσα στους τέσσερις τοίχους ενός γραφείου, παρέα με άλλους απόλεμους, γραφικούς και απόμαχους της ζωής και της δράσης, που δεν ξέρουν πώς “να σκοτώσουν την ώρα τους”. Τύπους, που όχι μόνο δειλιάζουν να Πολεμήσουν – έστω και ελάχιστα – το σύστημα και απέχουν από την οποιαδήποτε ουσιαστική αντισυστημικη πράξη, αλλά αντιθέτως σπεύδουν πρόθυμα να συμπαραταχθούν με το καθεστώς της εθνικής και κοινωνικής προδοσίας και αναλγησίας, στηρίζοντας σύγχρονες προδοτικές πολιτικές συμφωνίες.
Μάλιστα, προχωρούν πολύ περισσότερο στην θρασυδειλία τους, συκοφαντώντας ασύστολα όσους Πραγματικούς Έλληνες στην Σκέψη και την Δράση , αγνοώντας την δύναμη του κατεστημένου, πολεμούν τον εχθρό και τους ντόπιους συνεργάτες του. Αυτά τα ανθρωπάκια, λοιπόν, έχουν το θράσος να γράφουν και να εκστομίζουν “ύμνους” για ένα Κοσμοϊστορικό Γεγονός, με το οποίο την παραμικρή σχέση δεν έχουν. Τίνα πει κανείς γι’ αυτήν την αναίδεια; Το γνωστό λαϊκό ρητό δίνει την πιο κατάλληλη απάντηση: “Εκεί που κρεμούσαν οι Καπεταναίοι τα άρματα , κρεμάνε οι γύφτοι τα νταούλια”…
Δεν έχει, λοιπόν, ανάγκη από παχιά και ανούσια λόγια η Εθνεγερσία του 1821. Αποτελεί λάθος να την αντιμετωπίζουμε ως μια απλή ιστορική μνήμη, γιατί έτσι ευνουχίζουμε το ουσιαστικό περιεχόμενο της και αναδεικνύουμε μόνο τα επιφανειακά στοιχεία της. Πρέπει να Αγωνιστούμε για να Ανατείλει εκείνη η εποχή , που μακριά από ηττοπαθείς κλάψεις, μίζερη νοσταλγία και την αστική υποκρισία, θα υπάρξει ένα Αληθινά Εθνικό Κράτος, το οποίο θα Τιμά όπως Πραγματικά της Αρμόζει την Ξεχωριστή μέσα στον Χρόνο Επέτειο.
Σήμερα, όμως, είναι ανάγκη να παραμερίσουμε κάθε συναισθηματική αναφορά που μπορεί να βγαίνει μέσα από τον έμφυτο και άδολο Ρομαντισμό μας και να εστιάσουμε την προσοχή μας στην Ουσία. Στο ότι δηλαδή η προσπάθεια των Ηρώων του 1821 ουδέποτε ολοκληρώθηκε και πως ακόμη και σήμερα η Ελλάδα παραμένει μια Χώρα υπό κατοχή. Μια κατοχή πολύ πιο δύσκολη, αφόρητη και δυσβάσταχτη, γιατί τώρα ο δυνάστης φορεί έναν αόρατο μανδύα, που κάνει την κυριαρχία του λιγότερο ορατή στους σημερινούς υπόδουλους.
Στην εποχή των εθνοκτόνων μνημονίων και της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής δικτατορίας με τους πρώην μπολσεβίκους υπαλλήλους τους, στην εποχή των ανιστόρητων τηλεοπτικών σκουπιδιών και των “διανοουμένων”, που επιχειρούν να διαστρεβλώσουν την Αληθινή Φύση της Εθνεγερσίας , το Νόημα της 25ης Μαρτίου φαντάζει απόμακρο για τη νοοτροπία του κάθε τυχάρπαστου νεοέλληνα. Ταυτόχρονα όμως, παραμένει συνεχώς επίκαιρο για Εκείνους που Πιστεύουν πως η κάθε είδους κρίση, ανασφάλεια, ενδοτικότητα και ο ωχαδερφισμός δεν αντιμετωπίζονται με στείρες χρονολογικές αναφορές και αναμάσημα ενός ενδόξου παρελθόντος , αλλά με την Συνεχή και Αληθινή Αγωνιστικότητα για μια Ελλάδα Πραγματικά Ελεύθερη, Πραγματικά Μεγάλη.
Σαν το δροσερό νερό μιας πηγής που δεν στερεύει ποτέ και προσφέρει την Αθανασία, ας πιούμε και εμείς απ’ αυτήν, για να Ζήσουμε Μέσα από τις Πράξεις μας, αλλά και Μετά από αυτές. Μακριά από μικρόψυχους λογαριασμούς και συσχετισμούς δυνάμεων, ας γνωρίζουμε πως Πάντοτε η Ιστορία Γράφεται όχι από τις χειραγωγημένες και πλαδαρές πλειοψηφίες, αλλά από τις Ελεύθερες και Σφυρηλατημένες μειοψηφίες. Γράφεται από τους λίγους Εκλεκτούς, τους Αποφασισμένους να αφήσουν ένα Ανεξίτηλο φωτεινό σημάδι στην Ιστορική Διαδρομή. Εκείνους που δεν είναι οι ουραγοί της σκλαβωμένης εποχής τους, αλλά οι Προάγγελοι ενός Επαναστατικού Ελεύθερου Αύριο.
Και στην εφετινή επέτειο, λοιπόν, ας κρατήσουμε αυτά τα λίγα, για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης , για να μπορούμε να διακρίνουμε τον κάλπικο πατριωτισμό των κενών λόγων από τον Επαναστατικό Εθνικισμό, που Στηρίζεται στην Ενότητα Σκέψεων και Πράξεων. Ας Ακολουθήσουμε το Γνήσιο Ελληνικό Πνεύμα, ως ένα ελάχιστο Φόρο Τιμής στην Μνήμη Εκείνων που δεν λογάριασαν δυσμενείς συνθήκες και αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, αλλά ορμώμενοι από το Φυλετικό τους Αρχέτυπο Πολέμησαν και Δημιούργησαν το Αθάνατο μέσα στο Χρόνο Έπος της Εθνεγερσίας του 1821.
Ταυτόχρονα, θα δοθεί το μήνυμα πως ο Συνεχής και Ασυμβίβαστος Αγώνας αποτελεί την μόνη Ρεαλιστική Πρόταση για να βγεί Πραγματικά αυτό το Έθνος και ο Λαός του από την σκλαβιά. Γιατί ο Εθνικισμός είτε θα είναι Επαναστατικός και θα επιζητεί την Ολοκληρωτική Σύγκρουση με τον δυνάστη και τους ελληνόφωνους συνεργάτες του, είτε θα είναι έρμαιο του “συνταγματικού πατριωτισμού” και επομένως εντελώς ελεγχόμενος και παντελώς ανώδυνος για τους σημερινούς εξουσιαστές της Ελλάδος.
Γι’ αυτό και η Απάντηση μας στους άμεσους και έμμεσους προδότες, τους λιγόψυχους, τους κουρασμένους, τους αδιάφορους, πρέπει να είναι ακριβώς η ίδια μ’ αυτήν που ο “Γέρος του Μωριά”, ο Υπέρτατος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, έδωσε στους αντίστοιχους εξωμότες, λαπάδες, διστακτικούς” και Νενέκους της εποχής του: “Φωτιά και Τσεκούρι στους προσκυνημένους”! Όσο “μη πολιτικά ορθό”, “αντιδημοκρατικό”, “φασιστικό” και αν ακούγεται, είναι η μόνη Αποδεκτή Εθνική Λύση και Περισσότερο Επίκαιρη από Ποτέ…