του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου
Είναι 18.20 το απόγευμα στις 7 Ιανουαρίου του 1978. Στη Ρώμη, τα γραφεία του εθνικιστικού κόμματος MSI στη via Acca Larentia, αρχίζουν να αδειάζουν μετά από την καθιερωμένη σύναξη των νεαρών ακτιβιστών. Παραμένουν μέσα κάποιοι, που ετοιμάζουν κάποια φυλλάδια για να διαφημίσουν μια συναυλία: είναι ο Francesco Ciavatta μαθητής, ο Maurizio Lupini ένας νεαρός εργάτης ο Franco Bigonzetti, φοιτητής ιατρικής, ο Giuseppe D’ Ο Audino, επίσης φοιτητής και ο Vincenzo Segneri, μηχανικός αυτοκινήτων.
Λίγα λεπτά ακόμα και τα γραφεία θα γίνουν το σκηνικό μιας άγριας επίθεσης εναντίον των νεαρών νεοφασιστών. Μάλιστα, ενώ κάποιοι είναι ακόμα μέσα και φροντίζουν για τις τελικές προετοιμασίες, ο Franco και ο Francesco είναι ήδη στην πόρτα, χωρίς όμως να αντιληφθούν έξι άνδρες με καλυμμένα πρόσωπα και αυτόματα όπλα, παραταγμένους πίσω τους. Λίγα δευτερόλεπτα φεύγουν οι πρώτοι πυροβολισμοί και να τα πρώτα θύματα. Πρώτος πέφτει ο Franco Bigonzetti 20 χρονών και αμέσως μετά ο 18χρονος Francesco Ciavatta, ενώ ο 19χρονος Vincenzo Segneri καταφέρνει να σπρώξει τους υπόλοιπους μέσα και να κατεβάσει το ρολό. Ακούγονται κραυγές, βήματα, εκρήξεις και μετά σιωπή. Μόνο όταν ανάβουν τα φώτα, οι νεαροί παρατηρούν την απουσία δυο συντρόφων τους. Έξω από τα γραφεία, στο πλατύ πεζοδρόμιο, παρουσιάζεται στα μάτια τους ένα μακάβριο θέαμα: το σώμα του Franco, άψυχο και στις σκάλες, ο Francesco, που ξεψυχώντας και πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, δεν σταματά να ανησυχεί πρώτα απ’ όλα για τους συντρόφους του.
Να σημειωθεί ότι το όπλο που χρησιμοποιήθηκε στην επίθεση, ένα πολυβόλο Skorpion, βρέθηκε μετά από χρόνια στο Μιλάνο, σε ένα κρησφύγετο των “Ερυθρών Ταξιαρχιών”. Τα νέα της τρομοκρατικής επίθεσης κυκλοφορούν γρήγορα, διαδίδονται παντού και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα εκατοντάδες εθνικιστές από όλη τη Ρώμη, συγκεντρώνονται σε αυτήν την περιοχή, για να δουν με τα μάτια τους τι συνέβη. Αλλά η ένταση είναι στα ύψη, έχει χτυπήσει κόκκινο και χρειάζεται πολύ λίγα για να εκτονωθεί ο θυμός των νεαρών εθνικιστών. Άλλωστε δεν είναι τα πρώτα θύματα από την αριστερή τρομοκρατία. Στο μεταξύ, στον χώρο που έγιναν οι δολοφονίες, ένας από τους δημοσιογράφους που έσπευσαν εκεί, με μια βαθιά περιφρόνηση ρίχνει να σβήσει το αποτσίγαρο του, στο αίμα των νεαρών συντρόφων. Οι μεγάλες ταραχές ξεκίνησαν από αυτή τη χειρονομία. Δεκάδες εκατοντάδες εθνικιστές ξεσπούν ενάντια σε όλα και σε όλους. Είναι σε αυτό το σημείο που ένας αξιωματικός των Καραμπινιέρων, ο Edoardo Sivori, σημαδεύει και ρίχνει με ψυχραιμία, στο ύψος ανθρώπου, αλλά το όπλο του μπλοκάρει. Τότε παίρνει το όπλο ενός από τους υφισταμένους του, πάλι με χαρακτηριστική άνεση και πυροβολεί, χτυπώντας έναν νεαρό στο κεφάλι, τον Stefano Recchioni, 19 ετών, ο οποίος αργότερα πεθαίνει στο νοσοκομείο μετά από δύο ημέρες στην εντατική.
Την ώρα των βίαιων επεισοδίων, ένας νεαρός, ο Franco Anselmi, με μια τελετουργία, σαν να ήταν μια υπόσχεση δικαιοσύνης, θα βουτήξει το ματωμένο του μπαλακλάβα (αυτό που είχε ακόμη το αίμα του Μίκη Μάντακα, ήταν δίπλα του όταν έπεσε ο Μίκης το 1975), μέσα στην μικρή λίμνη αίματος του Stefano. Πολλοί νέοι εθνικιστές, ήδη είχαν ξεκινήσει την δικιά τους δράση για να αμυνθούν και να εκδικηθούν τα δεκάδες θύματα τους, αλλά η συγκεκριμένη ημερομηνία ήταν η πιο σημαδιακή. Σήμαινε την επίσημη, θα έλεγα, έναρξη της ένοπλης πάλης τόσο ενάντια των αριστερών, όσο και του Καθεστώτος αλλά και του κόμματος MSI, που το θεωρούσαν έμμεσα υπεύθυνο για πολλά. Θα οργανωθούν σε εθνικοεπαναστατικές αυτόνομες ομάδες, θα οπλιστούν και θα ξεκινήσουν τον δικόν τους αγώνα. Σας παραθέτω για παράδειγμα, την μαρτυρία της Francesca Mambro, μία εκ των ιδρυτών των ΝΑR (Οπλισμένοι Επαναστατικοί Πυρήνες):
«Κοιταζόμασταν χωρίς να καταλαβαίνουμε και χωρίς να ξέρουμε τι να κάνουμε, ενώ οι άλλοι σύντροφοι συρρέουν συνεχώς, από διάφορα σημεία της πόλης. Το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα, MSI, δεν είχε καμία αντίδραση έναντι των Καραμπινιέρων, μάλλον για να υπερασπιστεί συμφέροντα και θέσεις που δεν είχαν καμία σχέση με τον ακτιβισμό και την ιδεολογία μας. Εμείς, τα νεαρά παιδιά, χρησιμοποιηθήκαμε από αυτούς του κόμματος για ασφάλεια στις συγκεντρώσεις του Almirante (ΓΓ του κόμματος), όταν χρειαζόταν ανθρώπους έτοιμους να δεχτούν επιθέσεις και ξυλοδαρμούς αλλά και να απαντήσουμε. Όμως σε εκείνη την ευκαιρία έδειξαν ότι για να υπερασπίσουμε τους εαυτούς μας, ήταν απαραίτητο να λάβουνε άβολες θέσεις, όπως η καταγγελία των καραμπινιέρων για την συμπεριφορά τους και αυτό για αυτούς του κόμματος μάλλον δεν άξιζε τον κόπο, για πολλούς λόγους. Δεν άξιζε τον κόπο η δολοφονία δικών μας ανθρώπων από το Καθεστώς, που ήθελε να τα έχει καλά μαζί τους το κόμμα….Η Acca Larentia σηματοδότησε το οριστικό τέλος για πολλούς από εμάς, με το MSI. Αυτή η χλιαρή και αμήχανη στάση απέναντι σε αυτούς που είχαν σκοτώσει τον Stefano, σήμαινε ότι ήταν πρόθυμοι να μας θυσιάσουν για να μην πάνε ενάντια στην αστυνομία. Δεν θα μπορούσε πια να είναι το σπίτι μας».
Οι βαλλιστικές αναφορές του αστυνομικού ήταν άχρηστες. Άλλο ένα νεαρό θύμα. Περισσότερο αίμα στην Acca Larentia. Αίμα που μετά από 40 και πλέον χρόνια, δεν έχει ακόμη δικαιωθεί και αυτό. Η επίθεση την οποία διεκδίκησαν οι ακτιβιστές αριστεροί των “Ενόπλων Μονάδων της Εδαφικής Αντιδύναμης”, δεν φέρει τα ονόματα εκείνων που πάτησαν τη σκανδάλη και ο ίδιος ο λοχαγός των Καραμπινιέρων δεν πλήρωσε ποτέ τις συνέπειες της χειρονομίας του. Η πληγή της Acca Larentia παραμένει ανοιχτή, σήμερα όπως και τότε και φέρει επίσης το όνομα του Alberto Giaquinto, που σκοτώθηκε από έναν αστυνομικό με πολιτικά, τον επόμενο χρόνο, κατά τη διάρκεια της μνήμης των πεσόντων συντρόφων. Μια ακόμη περίεργη δολοφονία…
Και φέτος, όπως κάθε χρόνο, μέσα σε μια διαπεραστική σιωπή και μια συγκίνηση πάντα ζωντανή και απτή, μια και μόνη φωνή θα φωνάξει PRESENTE.
Francesco Ciavatta, Franco Bigonzetti, Alberto Giaquinto, AΘΑΝΑΤΟΙ!