
Οι Εσθονοί στη χώρα και στο εξωτερικό, καθώς και οι μη Εσθονοί που ζουν στη χώρα απαγορεύεται να ενταχθούν ή να βοηθήσουν με άλλο τρόπο τον ρωσικό ή τον λευκορωσικό στρατό, αναφέρεται σε επίσημη ανακοίνωση της κυβέρνησης.
Η ένταξη, η παροχή στρατιωτικής ή μη στρατιωτικής βοήθειας στις δραστηριότητες της Ρωσίας ή της Λευκορωσίας θα συνοδεύεται από πρόστιμο ή φυλάκιση πέντε ετών, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση της κυβέρνησης. Σύμφωνα με το Euractiv, όσοι συνδράμουν τη Ρωσία ή τη Λευκορωσία μπορεί ακόμη και να τους αφαιρεθεί η κατοικία ή η υπηκοότητα.
Έρευνα του 2018 από το Διεθνές Κέντρο Άμυνας και Ασφάλειας δείχνει, μόλις το 12% από αυτούς ή περίπου το 3% του πληθυσμού της χώρας θα μπορούσε να αποτελέσει δυνητική απειλή σε έναν ρωσικό υβριδικό πόλεμο.
Από την άλλη, οι Εσθονοί καλούνται πρωτίστως να συμβάλουν στην άμυνα της χώρας τους, δήλωσε η πρωθυπουργός της χώρας Κάγια Κάλας.
Η δήλωση αυτή έρχεται μετά την απόφαση της Λετονίας και της Δανίας ότι οι πολίτες τους είναι ελεύθεροι να πολεμήσουν για την Ουκρανία και να ενταχθούν εθελοντικά στις ένοπλες δυνάμεις της.
Τον Ιούνιο του 1940, η Σοβιετική Ένωση παραβιάζοντας την από το 1938 Διακήρυξη περί Εσθονικής Ουδετερότητας και το δεκαετές, από το 1939, Σύμφωνο Μη Επιθέσεως των σταθμευμένων στην Εσθονία σοβιετικών στρατευμάτων, πραγματοποίησε εισβολή και ακολούθως κατοχή της χώρας και δύο μόλις μήνες αργότερα προσαρτήθηκε τυπικά στη Σοβιετική Ένωση ως Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Εσθονίας.
Κατά την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα στη Σοβιετική Ένωση 35.000 Εσθονοί υποχρεώθηκαν να καταταγούν στον Κόκκινο Στρατό. Όμως τον Ιούλιο του 1941 ο Γερμανικός Στρατός μπήκε στην χώρα με συνέπεια δεκάδες χιλιάδες Εσθονοί πολέμησαν στο πλευρό των γερμανικών δυνάμεων. Μετά την νίκη των Συμμάχων (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Αγγλίας) οι Σοβιετικοί κατέλαβαν τη χώρα και περισσότεροι από 120.000 Εσθονούς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα ως πρόσφυγες κυρίως προς τη Σουηδία, τη Φινλανδία και τη Γερμανία.