
Σύμφωνα με τον δείκτη Global Liveability στον οποίον παρουσιάζεται η λίστα του Economist Intelligence Unit με τις καλύτερες πόλεις του κόσμου για να ζει κάποιος, ανάλογα με την ποιότητα ζωής που προσφέρουν, η Αθήνα έπεσε 20 θέσεις.
Ανάμεσα σε 140 πόλεις από την 72η θέση που είχε βρέθηκε στην 92η, δηλαδή χάλια, όχι πως πριν ήταν καλύτερα, αλλά όχι και έτσι.
Τα ποσοτικά και τα ποιοτικά κριτήρια στα οποία εξετάζονται οι πόλεις ανήκουν σε 5 κατηγορίες: στην υγειονομική περίθαλψη, στις υποδομές, στον πολιτισμό και το περιβάλλον, στην εκπαίδευση και στην σταθερότητα.
Σύμφωνα με την έρευνα η πανδημία επηρέασε αρνητικά γιατί κατά την διάρκεια της έρευνας παρουσιαζόταν αύξηση των κρουσμάτων και επιβαρύνθηκαν οι δομές υγείας. Επίσης το lockdown επηρέασε τομείς όπως ο πολιτισμός και η εκπαίδευση.
Καλύτερη πόλη θεωρήθηκε το Ώκλαντ της Νέας Ζηλανδίας η οποία κλείνοντας τα σύνορά της περιόρισε των αριθμό των κρουσμάτων και κατάφερε να κρατήσει ανοιχτά τα θέατρα.
Τι έχουν να μας πουν τώρα οι κυβερνητικοί φωστήρες που άνοιξαν τα σύνορα το καλοκαίρι του 2020 για να εισπράξουν «ψίχουλα» από τον τουρισμό, τίποτε στην ουσία, και για να φέρουν εργάτες γης από τις γειτονικές χώρες; Τι έχουν να μας πουν οι λάτρεις της ψηφιακής διακυβέρνησης που θεωρούν ότι η τηλεκπαίδευση είναι καλό στοιχείο και πως ο πολιτισμός μπορεί να παραχθεί μέσω you tube με κλειστά θέατρα και κινηματογράφους;
Όσο για την σταθερότητα, πως μπορεί η Αθήνα να θεωρηθεί καλύτερη πόλη για την ποιότητα ζωής της όταν καθημερινά έχουμε κατά μέσο όρο 2 πορείες που ταλαιπωρούν τους Αθηναίους;
Το βασικότερο όμως είναι η υγειονομική περίθαλψη κάτι για το οποίο στην Ελλάδα, όχι μόνον στην Αθήνα, οι άνθρωποι αισθάνονται ανασφάλεια, κάτι για το οποίο ευθύνονται όλες οι κυβερνήσεις από την μεταπολίτευση, αλλά η σημερινή δεν εκμεταλλεύτηκε την πανδημία για να διορθώσει, κάπως, τα κακώς κείμενα αλλά προτίμησε να μοιράσει χρήματα στα ΜΜΕ για να προβάλλουν την πολιτική της που όπως είδαμε απέτυχε.