
γράφει ο Γιάννης Κουριαννίδης
Δημοτικός Σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική»
info@thess-el-poli
Η τεράστια επιτυχία, προ ολίγων ημερών, της διαμαρτυρίας των κατοίκων της Λέσβου, με αφορμή τη λαθροεισβολή που δέχεται η χώρα μας, κανονικά θα έπρεπε να με γεμίζει χαρά και αισιοδοξία.
Πράγματι, αναφορικά με το αποτέλεσμα μόνο ικανοποίηση μπορεί να νοιώθει κάποιος, αφού δόθηκε ένα ισχυρό μήνυμα στην κεντρική εξουσία ότι «δεν πάει άλλο!». Ανάλογα είναι τα συναισθήματα που δημιουργούνται από αντίστοιχες μαζικές κινητοποιήσεις σε πολλές περιοχές της πατρίδας μας. Αν, όμως, διερευνήσει κανείς τα κίνητρα όσων διαμαρτύρονται (στις περισσότερες των περιπτώσεων), τότε μάλλον η αισιοδοξία πάει περίπατο.
Πράγματι, συνήθως οι διαμαρτυρίες εξαντλούνται στην προσπάθεια αποτροπής της κατασκευής ή της διατήρησης ενός hot spot σε κάποια περιοχή. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι αν θα κλείσει η Μόρια ή αν δεν θα κατασκευαστεί ένα νέο hot spot στη Λάρισα. Διότι, ακόμη κι αν επιτευχθεί ο επιμέρους αυτός στόχος, η κεντρική εξουσία θα επιλέξει ένα άλλο σημείο για τη λειτουργία τους, όπου πιθανώς οι κάτοικοι θα είναι λιγότερο πιεστικοί. Αντιλαμβάνομαι ότι οι μικρές τοπικές νίκες έχουν τη σημασία τους, αλλά αυτή η αλυσίδα των ξεσηκωμών είναι σίγουρο ότι σε κάποια σημεία σπάζει και το σύστημα κάνει τη δουλειά του.
Για να μπορέσουν αυτές οι κινητοποιήσεις να έχουν ένα συνολικό αποτέλεσμα, θα πρέπει να αποκτήσουν κοινή αντίληψη, στόχευση και έκφραση. Παράλληλα με την προσπάθεια αποτροπής δημιουργίας νέων εγκαταστάσεων για τη στέγαση των λαθρομεταναστών, θα πρέπει να απαιτήσουν την άμεση και δραστική αποσυμφόρηση των υπαρχουσών, με την επαναπροώθηση των παρανόμως εισελθόντων στις χώρες καταγωγής τους ή στην Τουρκία, αλλά και την αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων, χερσαίων και θαλασσίων. Οι όποιες επικλήσεις δυσκολιών προς την κατεύθυνση αυτή, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως παράβαση καθήκοντος.
Αυτή η κοινή στόχευση, όμως, πρέπει να σφυρηλατηθεί πάνω σε μία κοινή αντίληψη, που για να έχει συνέχεια και αποτελέσματα, με τη σειρά της, πρέπει να δομηθεί πάνω στην πίστη στις αξίες που διαμόρφωσε ο λαός μας στην ιστορική του πορεία. Με άλλα λόγια, η υπεράσπιση της πατρίδας πρέπει να περάσει από το συναίσθημα και τον αυθορμητισμό στη λογική και στη συνείδηση. Να βρει δηλαδή αποκούμπι στον εθνικισμό, ώστε να αποκτήσει βάθος και θεμέλια στέρεα, προκειμένου να αντέξει στον χρόνο και να μην ξεθυμάνει. Όπως ξεθύμαναν λ.χ. οι κινητοποιήσεις για το ξεπούλημα της Μακεδονίας μας, σε σημείο που όποιοι εξακολουθούν να αγωνίζονται άδολα και με αυταπάρνηση ζητώντας την ακύρωση της συμφωνίας και την τιμωρία των προδοτών, να χαρακτηρίζονται ακραίοι και γραφικοί!…
Αναφέρθηκα στον εθνικισμό, διότι, όπως γράφει ο Φώτης Σακελλιάδης «ο εθνικισμός καταξιώνει τις δύο μεγάλες έννοιες, την ελευθερία και την ευθύνη, μέσα από την μεθοδολογία του στο επίπεδο του τρόπου ζωής» που προβάλλει ως πρότυπο. Πράγματι μόνον ελεύθεροι και υπεύθυνοι πολίτες θα παλέψουν μέχρι την τελική νίκη για το καλό της πατρίδας και για τις αξίες του έθνους. Το ότι μετά από σχεδόν πέντε δεκαετίες ιδεολογικής και πολιτικής ζύμωσης στις τάξεις του εθνικιστικού κινήματος δεν έγινε ακόμη κατορθωτό το να υπάρξει ένας κρίσιμος αριθμός τέτοιων προσώπων που η στάση ζωής τους να υπερβαίνει τις ατομικές τους φιλοδοξίες και μικροσυμφέροντα, αποτελεί σίγουρα ένα σημείο σοβαρού προβληματισμού…