Ο ενδοτισμός των κομμάτων και τα μελτέμια του «Oruc Reis»

6 Χρόνος ανάγνωσης

του Ευθ. Π. Πέτρου

Πριν λίγες ημέρες οι κάτοικοι της Ελλάδος εξηγέρθησαν όταν ένα τουρκικό ερευνητικό σκάφος μπήκε στα όρια της υφαλοκρηπίδας μας. Τα μέσα ενημερώσεως ξεσάλωσαν. Τα επιτελεία ετέθησαν σε επιφυλακή. Πρόκειται για την απόλυτη υποκρισία.

Επί μέρες το «Oruc Reis» αλώνιζε στο οικόπεδο «8» της κυπριακής ΑΟΖ και κανείς δεν μιλούσε. Λες και η Κύπρος είναι άλλο κράτος. Δυστυχώς αυτήν την λογική θέλουν να μας επιβάλουν. Πως η Κύπρος είναι «άλλο κράτος». Πως η Αθήνα απλώς «συμπαρίσταται» σε ό,τι αποφασίζει η Λευκωσία.
Πρόκειται για την απόλυτη παραπλάνηση. Η Αθήνα είναι το Εθνικό Κέντρο και η Κύπρος που έχει υπόσταση κυριάρχου Κράτους, προσβλέπει σε αυτό το Εθνικό Κέντρο για προστασία, άμυνα και ανάπτυξη. Άλλο αν αυτό το Εθνικό Κέντρο, αποδεικνύεται τα τελευταία 45 χρόνια ανάξιο της αποστολής του και της ιστορίας του.
Όλοι αυτοί λοιπόν οι οποίοι οψίμως κινητοποιήθηκαν, θα έπρεπε να έχουν βγει στους δρόμους εδώ και καιρό απαιτώντας να σταθούμε δίπλα στην Κύπρο και να λάβουμε εμείς στρατιωτικά μέτρα για την προστασία των θαλασσών μας. Γιατί είτε υπάγονται στην Αθήνα, είτε στην Λευκωσία είναι θάλασσες ελληνικές.

Πως καλλιεργείται κλίμα ηττοπάθειας και «κατευνασμού»
Ντροπή λοιπόν σε αυτούς που ξύπνησαν αργά. Ντροπή σε αυτούς που δεν κίνησαν ούτε το μικρό τους δάκτυλο για να προστατεύσουν την θάλασσα της Κύπρου. Ντροπή σε αυτούς που διαμαρτύρονται μόνο για το Καστελόριζο. Ντροπή τέλος σε αυτούς που δεν έχουν προετοιμάσει την χώρα να αντιμετωπίσει τις έκτακτες συνθήκες που μπορεί να αντιμετωπίσει.
Αυτό που κάνουν ότι δεν γνωρίζουν είναι πως αν τη μάχη δεν την δώσουμε στην Κύπρο, σε επόμενη φάση θα υποχρεωθούμε να τη δώσουμε στον ελλαδικό χώρο. Γιατί την μάχη θα την δώσουμε. Εκτός εάν οι κυβερνήσεις μας επαναλάβουν αυτά που έκαναν στο παρελθόν, το 1974 και, χαρίσουν στην Τουρκία και άλλα κυριαρχικά δικαιώματα. Γιατί εκεί οδηγεί η λογική του «κατευνασμού» την οποία έχουν υιοθετήσει. Άλλωστε σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η καλλιέργεια κλίματος ηττοπαθείας στο πληθυσμό.
«Και τι να κάνουμε; Πόλεμο;» είναι μια πολύ συνηθισμένη πλέον ερώτηση που ακούγεται από τις τηλεοράσεις. Το ακούμε και ακόμη δεν τους έχουμε πάρει με τις πέτρες. Γιατί η απάντηση είναι μία: «Και τι να κάνουμε; Να τους χαρίσουμε τη χώρα μας;»
Αν χρειασθεί να κάνουμε πόλεμο για να υπερασπισθούμε την Ελλάδα και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, ναι να κάνουμε πόλεμο. Και αν διαπιστωθεί, ότι με πράξεις ή παραλείψεις κάποιοι δεν προετοίμασαν επαρκώς την χώρα για να αντιμετωπίσει τέτοιες καταστάσεις, τότε να κληθούν να λογοδοτήσουν. Και πολιτικά και ποινικά.
Θα μας πουν κάποιοι το παραμύθι, ότι «οι Κύπριοι δεν μας θέλουν». Ναι κάποιοι Κύπριοι μπορεί να μην μας θέλουν. Είναι το 30% του κομμουνιστικού ΑΚΕΛ. Όπως και στην Ελλάδα το 31% ψηφίζουν αριστερά. Δεν θα θέσουμε όμως το μέλλον του έθνους υπό την ιδεοληψία αυτών των διεθνιστικών κομμάτων.

Πατριωτισμός και αποφασιστικότητα
Τους αγώνες τους έδιναν πάντα οι υγιώς σκεπτόμενοι Έλληνες. Και αυτούς πρέπει να σκέπτονται οι κυβερνήσεις όταν παίρνουν τις αποφάσεις τους. Και αυτοί όμως οι καλοί Έλληνες πρέπει να σκέπτονται πριν επιλέξουν ποιοι θα τους κυβερνήσουν.
Να μην παρασύρονται από πελατειακές σχέσεις και ωφελιμιστικά σύνδρομα. Ούτε από εκβιασμούς του τύπου «ψήφισε εμάς για να μην βγουν οι άλλοι». Διότι πλέον θετική ψήφος δεν δίδεται στην Ελλάδα. Όλοι ψηφίζουν τον ένα διότι δεν θέλουν τον άλλο. Το αποτέλεσμα το ζούμε. Την κυβέρνηση νέμονται εναλλάξ κόμματα, κοινός παρονομαστής των οποίων είναι ο κατευνασμός και ο ενδοτισμός. Η εξέλιξη είναι απολύτως προβλέψιμη. Όσο υποχωρούμε δίνουμε στον Τούρκο έδαφος να υποχωρεί και να αυξάνει τις απαιτήσεις του.

Για να σταματήσει δεν αρκούν ούτε οι επικλήσεις του Παυλόπουλου για το (ανύπαρκτο) διεθνές δίκαιο, ούτε οι μεγαλοστομίες του υπουργού Αμύνης Παναγιωτόπουλου περί ετοιμότητος και αποτρεπτικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων. Ας κάνει και κάτι για να δείξει στην πράξη ότι τα εννοεί αυτά που λέει. Και αυτό δεν σημαίνει να κάνουμε πόλεμο, όπως κάποιοι μικρόνοοες μπορεί να σπεύσουν να σχολιάσουν. Αρκεί να εξαγγείλει για αρχή μιαν αύξηση της στρατιωτικής θητείας στους 14 τουλάχιστον μήνες. Ώστε να δοθεί η ευκαιρία σε όλους τους Έλληνες να δείξουν την ομοψυχία τους αγκαλιάζοντας αυτό το μέτρο. Διότι με κραυγές όταν δούμε ένα τουρκικό πλοίο στα όρια της υφαλοκρηπίδος μας, δουλειά δεν γίνεται.
Ο πατριωτισμός εκφράζεται με έργα και με αποφασιστικότητα. Όποιοι την έχουν ας πυκνώσουν τις εθνικές γραμμές διακηρύσσοντας ότι αν χρειασθεί θα κάνουν και πόλεμο. Τότε θα είναι γνήσιοι απόγονοι του Ιωάννου Μεταξά και των προγόνων μας που έγραψαν το έπος το ’40. Οι άλλοι, αυτοί που ξορκίζουν τον πόλεμο, είναι απόγονοι του Θερσίτη (του αρνησιπάτριδος του Τρωικού Πολέμου) και των κατά καιρούς ενδοτικών και κατευναστικών που μολύνουν την ελληνική ιστορία.

Share This Article