Υπήρχε την εποχή του Αισώπου μια όρνιθα που εγεννούσε κάθε ημέραν ένα χρυσό αυγό. Η γυναίκα που είχε την χρυσοτόκον όρνιθα εσκέφθη να της ρίχνη πιο πολύ φαγητό για να κάνη περισσότερα. Αυτή όμως επάχυνε και έπαυσε να γεννά. Η απληστία ετιμωρήθη.
Το Πάσχα ξοδεύονται δεκάδες εκατομμυρίων αυγά. Βάφονται κόκκινα την Μεγάλη Πέμπτη ή το Μεγάλο Σάββατο. Μπορεί να τα ειπή κανείς «τα χρυσά αυγά του Αισώπου» γιατί εξασφαλίζουν χίλια πράγματα εις τους κατοίκους των χωριών μας: Και τα ρουχάκια των παιδιών και τα παπούτσια και τα βιβλία αγοράζονται από τα χρήματα των αυγών. Περνούν το Πάσχα των πολλοί πτωχοί άνθρωποι πωλούντες τα αυγά και αγοράζοντας άλλα πασχαλινά πράγματα.
Και όπως κατά την μυθολογικήν εποχήν που έζησεν ο Αίσωπος αι όρνιθες και τα αυγά ήσαν εις τα χέρια των γυναικών, έτσι και σήμερα. Ανήκει εις την γυναικείαν οικιακήν οικονομίαν η περιποίησίς των και το έσοδον.
Εις τα μικρά χωριά το χρήμα είναι λίγο. Το έχουν συνήθως οι άνδρες. Η γυναίκα πηγαίνει στο μαγαζάκι του χωριού με ένα καλαθάκι αυγά.
-Θέλω μισή οκά ρύζι και μια κουβαρίστρα κλωστή.
Ό έμπορος ζυγίζει το ρύζι, κατεβάζει την κουβαρίστρα και παίρνει αντί χρήματος τα αυγά.
Περνούν και οι πλανόδιοι έμποροι που λέγονται γυρολόγοι, από χωριό σε χωριό. Έχουν το άλογο ή το μουλάρι τους, ή το γαϊδούρι φορτωμένο με κάθε είδους πραγμάτειεςς∙ γι’ αυτό λέγονται πραγματευτάδες. Και είναι και το τραγούδι:
«πραματευτής επέρασε στον μαύρο καβαλλάρης».
Μαύρος είναι το μαύρο άλογο, ντορής το κοκκινωπό, ψαρής το γκρίζο, μπλάνκο το ξανθωπό. Τα δε μαύρα γαϊδούρια λέγονται καράδες. Τους έχουν δώσει ταπεινότερον τίτλο. Περνά λοιπόν ο πραγματευτής και σταματά στην πλατεία του χωριού. Έχει πανικά, σαπούνι, μπογιές, κλωστές, βελόνες, παπουτσάκια, για τα παιδιά, καλτσάκια, ζαχαρωτά. Σε λίγο το εμπόρευμα αδειάζει. Αλλά ο καϋμένος ο ντορής ή ο καράς δεν ξεφορτώνεται. Είδος έφερε στο χωριό, είδος θα πάρη.
Έδωσαν στον πραγματευτή τυρί, βούτυρο, μαλλιά, κυρίως όμως αυγά. Χρήμα λίγο εκυκλοφόρησε. Αντικατεστάθη από το αυγό.
Από χιλιάδων χρόνων το εμπόριον εγίνετο με ανταλλαγή, και εις τα χωριά εξακολουθεί το ίδιο σύστημα μέχρι σήμερον. Ήτο πλανόδιον το εμπόριον, και εξακολουθεί να είναι μέχρι σήμερον πλανόδιον το εμπόριον εις τα χωριά. Αλλά και εις τας συνοικίας των Αθηνών και του Πειραιώς και στας άλλας πόλεις γυρίζουν οι πλανόδιοι έμποροι, και φωνάζουν: «Ο έμπορααας!». Είναι ο κινούμενος, ο εν πορεία ευρισκόμενος, ο πορευόμενος. Και γυρολόγος, ο γυρίζων. Εις την Δυτικήν Μακεδονία λέγονται κατσάνοι. Και πάλιν η λέξις σημαίνει αυτούς που γυρίζουν. Τους πλανοδίους πραγματευτάς. Μαζεύονται έτσι τα αυγά από τους γυρολόγους ή τους εμποράκους του χωριού και τοποθετούνται σε κάσσες του πετρελαίου μέσα σε άχυρα. Έρχονται ύστερα ειδικοί έμποροι από τις μεγαλύτερες πολιτείες και τα συγκεντρώνουν. Τα αγοράζουν και τα στέλνουν στην Θεσσαλονίκη, στας Αθήνας, στον Πειραιά, ή στας επαρχιακάς πόλεις. Με τον τόπον αυτόν γίνεται συνήθως το εμπόριον και η συγκέντρωσις των αυγών.
Εκυκλοφόρησαν αντί νομίσματος εις τα χωριά. Τα εμάζευεν ο γυρολόγος ή ο εμποράκος του χωριού. Ήλθε κατόπιν ο αγοραστής χονδρικής αγοράς και τα συνεκέντρωσε. Αυτός είναι ένα είδος μεσίτου. Στέλνει το εμπόρευμά του συσκευασμένον εις ειδικάς κάσσας. Εις τας Αθήνας, εις τον Πειραιά ή την Θεσσαλονίκη είναι μεγάλα αυγοπωλεία και ορνιθοπωλεία που αγοράζουν που αγοράζουν κατά εκατοντάδας χιλιάδων τα αυγά. Έρχονται κατόπιν οι συνοικιακοί παντοπώλαι και αγοράζουν από τα αυγοπωλεία όσα χρειάζονται. Έτσι το αυγό που συνεκεντρώθη από τον μικρέμπορο του χωριού καταλήγει πάλιν εις τον μικρέμπορο της πόλεως. Τα τελευταία όμως χρόνια έχουν γίνει και ειδικά ορνιθοτροφεία έξω από τας Αθήνας, από τον Πειραιά, από την Θεσσαλονίκη και εις άλλας πόλεις.
Βγάζουν δεκάδες χιλιάδων ή και εκατοντάδες χιλιάδων αυγά τα ορνιθοτροφεία και άπειρα πουλερικά. Τα δίνουν απ’ ευθείας εις τα μεγάλα παντοπωλεία ή εις τα ειδικά αυγοπωλεία. Σφραγίζονται αυτά τα αυγά από τα αστυνομικά όργανα, τα απεσπασμένα εις την υπηρεσίαν της Αγορανομίας, με μίαν σφραγίδα που σημειώνει την ημερομηνία . Γίνεται έτσι και εις την Ελλάδα η ορνιθοτροφία και η παραγωγή αυγών συστηματικώτερα, όπως έχει γίνει εις την Τουρκία, την Βουλγαρία, την Ρουμανία, την Σερβία. Αυταί αι χώραι στηρίζουν ένα μέρος του πλούτου των και εις τα αυγά και εις τα πουλερικά και κάνουν και μεγάλην εξαγωγή. Η Ελλάς όταν υπάρχει έλλειψις, εισάγει πουλερικά και αυγά από τας χώρας αυτάς ή από την Αίγυπτο. Διαρκώς όμως αυξάνει η ιδική μας παραγωγή, και θα έλθη η μέρα που θα επαρκούμε απολύτως.
Μία καλή όρνιθα μπορεί να γεννήση ως εκατόν πενήντα ή εκατόν ογδόντα αυγά τον χρόνο. Αι ευρωπαϊκαί γεννούν περισσότερα, και έχουν φέρει εις την Ελλάδα διάφορα είδη από την Ευρώπη. Αι όρνιθες της Αιγύπτου γεννούν ακόμη περισσότερα. Αλλά είναι μικρά. Η ελληνική όρνιθα γεννά αυγά εξαιρετικώς μεγάλα. Η ανάπτυξις της ορνιθοτροφίας εις την Ελλάδα προσέκοψε και εις ένα εμπόδιον. Είναι ο ορνιθοκλέπτης ή κλεφτοκοτάς. Άδειαζε τα κοτέτσια και δεν άφινε ούτε φτερά. Αν έλειπαν οι ορνιθοκλέπται θα είχε περισσότερο αναπτυχθή η ορνιθοτροφία. Και εις τα χωριά και εις τας πόλεις θα ήτο δυνατόν να έχωμεν διπλάσιον αριθμόν. Με τους ορνιθοκλέπτας απογοητεύεται ο κόσμος, και δεν τολμούν πολλοί να ασχοληθούν με την ορνιθοτροφία. Αν ετιμωρούντο περισσότερον οι ορνιθοκλέπται θα έπαυαν το κακό των έργον. Όπως οι ζωοκλέπται μετά την φυλάκισίν των εξορίζονται, να εξορίζωνται και οι ορνιθοκλέπται. Να τιμωρούνται και με βαρυτάτας ποινάς. Είναι δεκάδες χιλιάδων παιδιά της Ε.Ο.Ν. που η μητέρα των εξασφαλίζει τα βιβλία του σχολείου και τα τετράδια και τας εγγραφάς από τα αυγά που γεννούν οι λίγες κοτούλες. Και όταν σχολάσουν και δεν υπάρχει άλλο φαγητό η μητέρα ή η γιαγιά ή η μεγάλη αδελφή, τους τηγανίζουν ή τους βράζουν γρήγορα κανένα αυγό. Και όταν περνά ο γυρολόγος, τους δίδει η μητέρα κανένα αυγό πάλι και αγοράζουν κάτι ευχάριστο.
Έξαφνα όμως ένα πρωί, βρίσκεται το κοτέτσι χωρίς κότες ή λείπουν οι πιο πολλές. Μία απογοήτευσις και μία λύπη. Λείπει και ο ωραίος πετεινός με τα υπερήφανα φτερά. Παύει να χαλά τον κόσμο με τα κικιρίκια του. Τι ωφελεί και αν λέγη το παιδικό τραγούδι:
«Πετεινός μες την αυλή κικιρίκου λαλει.
Έχει ένα κατσούλι πρώτης και σπηρούνια σαν ιππότης».
Ο υπερήφανος πετεινός δεν υπάρχει. Τον έκλεψαν και αυτόν. Αυτοί οι ορνιθοκλέπται πολύ βλάπτουν. Μεγάλη είναι η ζημιά των. Όση χαρά μας δίνει μια κοτούλα που κακαρίζει πανηγυρικώς όταν έχει γεννήσει και συνοδεύεται στο κακάρισμά της καμμιά φορά και από τον πετεινό, τόση μελαγχολία είναι όταν επισκεφθή το κοτέτσι ο ορνιθοκλέπτης. Είναι χειρότερος και από την αλεπού.
Από τα πράγματα που περισσότερη δίνουν χαρά στην ζωή μας είναι τα κόκκινα αυγά του Πάσχα. Τα τσουγκρίζομε και λέμε: «Χριστός Ανέστη». Δεν μπορεί να γίνη αισθητό Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά και χωρίς το τσούγκρισμά των.
Αλλά η κοτούλα με τα αυγά της έδωσε σε πολλά παιδιά και τα πασχαλινά παπούτσια, και τις λαμπάδες του Πάσχα και τόσα άλλα καλά. Τώρα στην μεγάλη εορτή της Αναστάσεως του Χριστού, που τόσο μέρος πανηγυρικόν κατέχουν τα βαμμένα κόκκινα αυγά, μπορούμε να σκεπτώμεθα και πως καλλίτερα θα προστατευθή από τον ορνιθοκλέπτη το πολυτιμότατο αυτό πουλί, για να είναι όλα τα κόκινα αυγά ντόπια.
Κωνσταντίνος Φαλτάϊτς
δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Νεολαία” της ΕΟΝ