του Νίκου Παπαγεωργίου
Στις 24 Φεβρουαρίου του 1975 «αποκαλύπτεται» από το καραμανλικό καθεστώς της Μεταπολίτευσης, συνωμοτική κίνηση ομάδας αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, που θα ενεργούσε για την ανατροπή της Κυβερνήσεως του Καραμανλή και την κατάλυση της «άρτι αφιχθείσας εκ Παρισίων» Δημοκρατίας. Ο τότε υπουργός Εθνικής Αμύνης Αβέρωφ ονόμασε την ενέργεια αυτή «Πραξικόπημα της πιτζάμας», διότι οι επίδοξοι αξιωματικοί που επρόκειτο να κάνουν το πραξικόπημα, συνελήφθησαν στα σπίτια τους κοιμώμενοι. Αρχηγός της ενέργειας αυτής θεωρήθηκε ο Ταξίαρχος Δ. Ιωαννίδης, ο οποίος βρισκόταν προφυλακισμένος στον Κορυδαλλό. Απορίας άξιο είναι πως ένας αξιωματικός, που βρισκόταν σε απομόνωση σε κελί των φυλακών Κορυδαλλού, θα μπορούσε να οργανώσει και να ενεργήσει με άλλους αξιωματικού για την ανατροπή του Καραμανλή, αλλά ήταν τα αίτια. Στις 23 Ιουλίου 1974 μετά τα δραματικά γεγονότα σε Ελλάδα και Κύπρο, το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών και η κυβέρνηση Ανδρουτσόπουλου ουσιαστικά αυτοδιαλύονται. Η τότε στρατιωτική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, καλεί τους πολιτικούς που πριν επτά χρόνια είχε καταργήσει, να σώσουν τους ίδιους και τη χώρα. Τα γεγονότα εκείνης της εποχής είναι γνωστά. Με καταβαραθρωμένο το ηθικό από το μέγεθος της εθνικής συντριβής οι στρατιωτικοί ηγέτες στρέφουν τα βλέμματα τους ικετευτικά προς τους πολιτικούς και παραδίδονται άνευ όρων. Αν είναι δυνατόν και όμως συνέβη.
Η ανάθεση της διακυβέρνησης στους πολιτικούς
Οι πολιτικοί δέχονται πρόθυμα να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας και καλείται από το Παρίσι, όπου περνούσε τον καιρό του κάνοντας βόλτες στις όχθες του Σηκουάνα, ο Καραμανλής, ως παράκλητος. Αναλαμβάνει την κυβέρνηση αφού προηγουμένως τον διόρισε πρωθυπουργό ο «χουντικός» Πρόεδρος της Δημοκρατίας στρατηγός Γκιζίκης, συγκροτεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας αποδεκτή από όλους τους πολιτικούς αλλά και τους αρχηγούς του στρατεύματος. Δεν ήταν μόνο ο Μαρκεζίνης δοτός αλλά και ο Καραμανλής από «χουντικό πρόεδρο», αυτό όμως τεχνηέντως αποσιωπάτε από όλους.
Επτά μήνες μετά τη Μεταπολίτευση η λεγόμενη «Μεταπολιτευτική Δημοκρατία», είχε αρχίσει να παγιώνεται. Το πολιτειακό το «Δημοψήφισμα» του 1974, είχε λυθεί με τη γνωστή παρέμβαση Καραμανλή υπέρ της «Αβασίλευτης Δημοκρατίας». Ο Αβέρωφ ως υπουργός Εθνικής Αμύνης θεωρούσε ότι δεν μπορούσε να έχει υπό τον έλεγχο του τις Ένοπλές Δυνάμεις, διότι στις τάξεις της υπηρετούσαν αξιωματικοί, οι οποίοι κατά την άποψη του, «βυσσοδομούσαν» κατά της κυβερνήσεως και του Δημοκρατικού καθεστώτος. Τους αξιωματικούς αυτούς, που ο ίδιος θεωρούσε ότι δεν είχαν αποβάλλει τις αντιδημοκρατικές τους ιδέες και θέσεις, τους είχε ονομάσει «σταγονίδια».

Η «εφεύρεση» του Αβέρωφ
Για να μπορέσει λοιπόν ο Αβέρωφ να κομματικοποιήσει το στράτευμα, έπρεπε να εφευρεθεί τρόπος προκειμένου να απομακρυνθούν οι αξιωματικοί οι οποίοι θεωρούντο χουντικοί και δεν εμφορούντο από τα δημοκρατικά ιδεώδη. Κατά τον ίδιο υπήρχε πάντα ο κίνδυνος να του δημιουργούν προβλήματα. Δεν χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να εφευρεθεί το λεγόμενο «Πραξικόπημα της Πιτζάμας». Στις 17 Ιανουαρίου η βουλή εγκρίνει με το αντισυνταγματικό Δ΄ ψήφισμα ότι, «Η Δημοκρατία ουδέποτε κατελύθη» και χαρακτήριζε ως πραξικόπημα την κατάλυσή της την 21η Απριλίου 1967. Για πρώτη φορά στη διεθνή πολιτική ιστορία η επικρατούσα επανάσταση δεν δημιουργεί δίκαιο. Άλλη μία πολιτική πρωτοτυπία της μεταπολιτευτικής Δημοκρατίας.
Αμέσως μετά την έκδοση αυτού του αντισυνταγματικού ψηφίσματος συλλαμβάνονται τα ηγετικά στελέχη της Επαναστάσεως Γεώργιος Παπαδόπουλος, Στυλιανός Πατακός, Νικόλαος Μακαρέζος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Ιωάννης Λαδάς, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, Θεόδωρος Θεοφιλογιαννάκος και προφυλακίζονται. Ο Καραμανλής και ο Αβέρωφ θεώρησαν ότι αυτές οι προφυλακίσεις θα ήταν η αφορμή για να κινηθεί εναντίον της κυβερνήσεως ομάδα αξιωματικών, που παρέμεναν πιστοί στον Ιωαννίδη. Τώρα, πως έγινε γνωστή αυτή η συνωμοτική ενέργεια των αξιωματικών, οι οποίοι μάλιστα εξουδετερώθηκαν τόσο εύκολα αφού συνελήφθησαν στα σπίτια τους, μόνο ο Αβέρωφ και οι συνεργάτες του μπορούν να εξηγήσουν.
Ανακοινώνεται «συνωμοτική ενέργεια Αξιωματικών»
Η υποτιθέμενη κίνηση των αξιωματικών έγινε γνωστή το απόγευμα της 24ης Φεβρουαρίου μετά από κυβερνητική ανακοίνωση, ενώ οι φήμες είχαν φουντώσει από το μεσημέρι της ίδιας ημέρας. Συνωμοτική κίνηση που τη γνώριζε η μισή Ελλάδα είναι πράγματι αξιοπερίεργο, αμέσως συλλαμβάνονται 37 αξιωματικοί οι οποίοι τίθενται σε διαθεσιμότητα, ενώ πολύ σύντομα αποστρατεύονται από τον Αβέρωφ άλλοι 200 ανώτατοι και ανώτεροι αξιωματικοί. Λέγεται ότι η συνομωσία αποκαλύφθηκε από ένα δίκτυο δημοκρατικών αξιωματικών (πότε πρόλαβαν), που είχε αναπτύξει εντός των Ενόπλων Δυνάμεων ο Αβέρωφ. Εμείς πιστεύουμε ότι αξιωματικοί καταδότες συναδέλφων τους εντός του στρατεύματος δεν υπήρχαν. Χρησιμοποίησε ο Αβέρωφ αυτή την πρακτική προκειμένου να αποστρατεύσει αξιόλογους αξιωματικούς που εκ των προτέρων είχε προγράψει και οι οποίοι παρέμεναν πιστοί στις αρχές και τις αξίες της επαναστάσεως. Γνώριζαν επίσης ότι το καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 είχε περάσει πλέον στην ιστορία, μετά από τη σύλληψη της ηγετικής της ομάδας.
Η ευκολία με την οποία εξαρθρώθηκε αυτό το «κίνημα», εάν πράγματι υπήρξε αλλά και η μικρή συμμετοχή αξιωματικών, αποδεικνύει ότι δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η προσπάθεια του Καραμανλικού καθεστώτος και ιδιαίτερα του Αβέρωφ να έχουν υπό τον έλεγχο τους τις Ένοπλες Δυνάμεις. Την υπόθεση αναλαμβάνει η Στρατιωτική Δικαιοσύνη. Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων διαπιστώνεται ότι δεν επρόκειτο για πραξικόπημα, ούτε στόχος των φερόμενων ως συμμετέχοντες σε αυτό ήταν η ανατροπή του Καραμανλή. Όπως διαπιστώθηκε από τις ανακρίσεις οι αξιωματικοί ήθελαν να ασκήσουν πίεση στην κυβέρνηση για να σταματήσει τις διώξεις εθνικοφρόνων πολιτών, να μειωθούν οι δραστηριότητες του ΚΚΕ και να επανέλθει η χώρα στο ΝΑΤΟ.
Επίσης να αποφυλακιστούν όλοι οι αξιωματικοί οι οποίοι είχαν προφυλακιστεί στον Κορυδαλλό, καθώς και η ηγεσία της Επαναστάσεως. Ως χρόνο δράσεως είχε οριστεί σύμφωνα με όσα αποκαλύφθηκαν, το χρονικό διάστημα μεταξύ 23ης Φεβρουαρίου και 8ης Μαρτίου 1975.
Η δίκη και η απόφαση για το δήθεν πραξικόπημα
Στη δίκη ενώπιον του Στρατοδικείου Αθηνών παραπέμφθηκαν 21 από τους 37 αξιωματικούς που συνελήφθησαν. Η κατηγορία ήταν «Ένωση προς στάση». Η δίκη ξεκίνησε στις 21 Ιουλίου και ολοκληρώθηκε με την έκδοση της απόφασης, στις 10 Αυγούστου του ιδίου έτους. Καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης από 4 έως 12 χρόνια 14 αξιωματικοί, ενώ 7 αθωώθηκαν. Ο «Δημοκρατικός Τύπος» της εποχής, ο οποίος τα προηγούμενα χρόνια έγραφε ύμνους υπέρ της «χούντας», τώρα θεωρούσε τις ποινές επιεικείς. Αργότερα, στην κατ’ έφεση δίκη του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Αθηνών(12-22 Ιανουαρίου 1976) και στους 14 Αξιωματικούς που καταδικάστηκαν πρωτόδικα επιβλήθηκαν μειωμένες ποινές.
Το λεγόμενο «Πραξικόπημα της Πιτζάμας» δεν τίποτα άλλο, από την προσπάθεια να εκδιωχθούν τα πλέον ικανά στελέχη αξιωματικών από το στράτευμα, προκειμένου να κομματικοποιηθούν οι Ένοπλες Δυνάμεις από τα πολιτικά κόμματα, που θα κυβερνούσαν την χώρα και αυτό τελικά επετεύχθη.