Νέα δεδομένα στην εισαγγελική έρευνα για τη μεταφορά χωμάτων από τον τόπο της σιδηροδρομικής τραγωδίας στα Τέμπη, από το μεσημέρι κιόλας της 1ης Μαρτίου 2023, την επομένη δηλαδή του δυστυχήματος, σε ιδιωτικό οικόπεδο στα «Πηγάδια» του Ευαγγελισμού του Δήμου Τεμπών, δημιουργούν τα ευρήματα στα εργαστήρια της Αστυνομίας.
Όπως αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελευθερία» στην έκθεση της Υποδιεύθυνσης Βιολογικών και Βιοχημικών Αναλύσεων της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της Αστυνομίας, που διαβιβάστηκε στον εφέτη ανακριτή, Σωτ. Μπακαΐμη από την ανάλυση DNA που έγινε προσδιορίστηκε γενετικός τύπος που ταυτίστηκε με τον γενετικό τύπο ηλικιωμένου επιβάτη θύματος της σιδηροδρομικής τραγωδίας.
Το βιολογικό υλικό ταυτοποιήθηκε σε θραύσμα (τμήμα) οστού ανθρώπου που περισυλλέγη όταν εντοπίστηκε κατά τη διαλογή ευρημάτων από «κόσκινο» μετά την έρευνα στα χώματα που μεταφέρθηκαν στα «Πηγάδια» και όχι -κατά μία εκδοχή που εξετάζεται από την έρευνα των ειδικά εκπαιδευμένων σκύλων. Διευκρινίζεται πως τρία ακόμα οστά που εντοπίστηκαν επίσης κατά τη διαλογή χωμάτων θα εξεταστούν άμεσα από ειδικό (ανθρωπολόγο), αφού -σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις δεν φαίνεται να είναι οστά ανθρώπων.
Μετά τον εντοπισμό συντριμμιών, ο εντοπισμός τμήματος οστού επιβάτη θύματος, δημιουργεί νέα δεδομένα στην έρευνα, καθώς καταρρίπτει τον αρχικό ισχυρισμό, ότι τα χώματα που μεταφέρθηκαν στο ιδιωτικό οικόπεδο προήλθαν μόνο από τη διαμόρφωση χώρου σε όμορο εγκαταλελειμμένο αγρό, προκειμένου να επιχειρήσουν γερανοί και δεν προήλθαν από τον τόπο της τραγωδίας. Διευκρινίζεται πως οι συγκεκριμένοι χωμάτινοι όγκοι άρχισαν να μεταφέρονται από το μεσημέρι της επομένης της τραγωδίας, δηλαδή την 1η Μαρτίου 2023 έως και τις 2 Μαρτίου 2023, και δεν αφορούν την πολυσυζητημένη διαμόρφωση («μπάζωμα») του τόπου του δυστυχήματος, εργασίες που ακολούθησαν μετά από μερικές ημέρες με το πέρας δηλαδή των ερευνών των σωστικών συνεργείων, καθώς εκείνοι οι χωμάτινοι όγκοι -όπως και τα συντρίμμια των αμαξοστοιχιών της Hellenic Train-, συνοδεία περιπολικών της Αστυνομίας, μεταφέρθηκαν στο Κουλούρι, όπου και φυλάσσονται έκτοτε.