Γερμανική Ευρώπη και Μεγάλη Ελλάς

10 Χρόνος ανάγνωσης
Ο Γιώργος Δημητρούλιας με τον επικεφαλής του NPD και Ευρωβουλευτή Ούντο Βογκτ, τον δημοτικό σύμβουλο του Βίσμαρ Ράινερ Σουτ και στελέχη του κόμματος.
του Γιώργου Δημητρούλια

Στα πλαίσια της συμμετοχής μου στο διοικητικό συμβούλιο του  πανευρωπαϊκού ιδρύματος και εθνικιστικού think tank με όνομα Europa Terra Nostra πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο και στα κεντρικά γραφεία του Εθνικοδημοκρατικού κόμματος ενημέρωση – συζήτηση σχετικά με τα κύρια προβλήματα της Πατρίδας μας.
Όπως έχω επανειλημμένα τονίσει βασική αιτία της κατάντιας μας είναι οι ευρωλιγούρηδες πολιτικοί που μας κυβέρνησαν καθ’ όλη την διάρκεια της μεταπολίτευσης από το καθεστώς της 21ης Απριλίου μέχρι σήμερα. Και κατά τον καθηγητή ιστορίας Βακαλόπουλο, είναι λάθος να λέμε ότι οι Έλληνες επιλέγουν τους ηγέτες που τους αναλογούν, αλλά επιλέγουν κατώτερούς τους για να μπορούν να τους χλευάζουν και να τους ασκούν κριτική. Ας μας έφτασαν στον πάτο.

Οι ντόπιοι πολιτικάντηδες και ο ρόλος τους
Η «Σοβιετική Ευρωπαϊκή Ένωση» με το δαιδαλώδες γραφειοκρατικό σύστημα έγινε κόκκινο πανί για τους Ευρωπαίους φιλελεύθερους ενώ οι ντόπιοι που διέπονται από έναν επαρχιώτικο φιλοευρωπαϊσμό έγιναν οι καλύτεροι σύμμαχοι αυτού του συστήματος. Φτηνά δάνεια, επιδοτήσεις, ΕΣΠΑ, κλπ έκαναν τις Βρυξέλλες τον καλύτερο σύμμαχο του εγχώριου παρασιτικού και κρατικοδίαιτου συστήματος. Το αποτέλεσμα ήταν να χρεοκοπήσουμε γιατί με τον «σοσιαλισμό των πλουσίων» δηλαδή το να παρέχεις κρατικά δάνεια σε μια ήδη χρεοκοπημένη χώρα για να διασώσεις τράπεζες που έκαναν ηθελημένα ή αθέλητα λανθασμένες επενδυτικές επιλογές, μικρή σχέση έχει με αυτά που πρεσβεύουν οι φιλελεύθεροι και την ελεύθερη αγορά.
Η περίφημη πίεση που θα δεχόμασταν λόγω των μνημονίων για να κάνουμε υποτίθεται τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις αποδείχτηκε φούμαρα και με τα νέα μνημονιακά δάνεια το δημόσιο χρέος έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ. Τι έκαναν λοιπόν οι εθνοπατέρες μας για να μας σώσουν; Μήπως μείωσαν τις πλουσιοπάροχες παροχές τους ή ανάστησαν την πεθαμένη προ πολλού παραγωγικότητα; Πολύ απλά επέβαλλαν νέους φόρους, μεγαλύτερους και από αυτούς που ζήτησαν οι Ευρωπαίοι.

Κακόμοιρη Ελλάδα
Με βαθύτερο αποτέλεσμα όλων των παραπάνω η Ελλάδα να είναι ουσιαστικά εγκλωβισμένη και ουσιαστικά, όπως πολύ σωστά έγραψαν, μια αποικία χρέους. Η Γερμανία στην οποία «ανήκει» η Ευρωζώνη και κατ επέκταση και η Ελλάδα με την βιομηχανική παραγωγικότητα που είχε ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες δημιούργησε εμπορικά πλεονάσματα τα οποία την πλάσαραν στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας οικονομίας. Ακόμη και στην Ελλάδα κατέχει δύο δημόσιες υπηρεσίες κατεξοχήν στρατηγικές, όπως ο ΟΤΕ και τα αεροδρόμια ενώ πολλές άλλες επιχειρήσεις πρωταγωνιστούν στην εγχώρια αγορά, όπως τα πολυκαταστήματα Lidl, οι γερμανικές μάρκες αυτοκινήτων, η αγορά ηλεκτρικών ειδών με την Siemens αλλά και την AEG, ακόμα και στα φάρμακα με την Bayer. Εκτός αυτού η Ελλάδα είναι εγκλωβισμένη στην ΕΚΤ, που είναι το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης, γιατί οι ελληνικές τράπεζες είναι αδύνατον να επιβιώσουν έξω από αυτό αφού το αγγλικό δίκαιο το οποίο υπογράψαμε μας αναγκάζει να αποπληρώσουμε τα χρέη που έχουμε μόνο σε ευρώ και όχι σε εθνικό νόμισμα. Πέραν όλων αυτών έχει υποθηκεύσει την δημόσια περιουσία της αλλά και την ιδιωτική μέσω του αφελληνισμού των συστημικών τραπεζών. Μετά από όλα αυτά καταλαβαίνετε τι θα επακολουθήσει την υιοθέτηση άλλου νομίσματος.
Η Μαρίν Λεπέν, έτσι, αποτέλεσε έναν φραγμό σε αυτήν την επέλαση της γερμανικής οικονομικής πολιτικής, την οποία δεν υιοθετούν οι Γερμανοί εθνικιστές και είναι το αποτέλεσμα του καπιταλιστικού πνεύματος που έχει γεννήσει η προτεσταντική  ηθική τους. Η Λεπέν ως γνωστόν επηρεάζει το ολλανδικό ευρωσκεπτικιστικό κόμμα, το αγγλικό UKIP,  την κυβέρνηση της Ουγγαρίας αλλά και υποστηρίζει τον Πούτιν που όλοι αυτοί αντιστέκονται στην νεοφιλελεύθερη επέλαση της παγκοσμιοποίησης. Ως εκ τούτου η Λεπέν που αντιστέκεται σε μια γερμανική Ευρώπη αποτελεί μεγάλο κίνδυνο για την ευρωπαϊκή ελίτ και το γραφειοκρατικό κατεστημένο των Βρυξελλών.

Που αλήθεια ανήκουμε;
Αν θέλουμε να εξετάσουμε βαθύτερα την παρούσα κατάσταση θα πρέπει να μελετήσουμε βαθιά την ιστορία μας αλλά και τον Εθνικό μας χαρακτήρα. Η Ελλάδα ουδέποτε δεν κυριάρχησε οικονομικά, ούτε είχε αποικίες τις οποίες εκμεταλλευόταν.  Κυριάρχησε πάντα μέσω του Πολιτισμού και δευτερευόντως των πολέμων. Αποτελεί, δε, την πλήρη αντίθεση προς το υλιστικό πνεύμα που εκδηλώνεται είτε με τον μαρξισμό είτε με τον φιλελευθερισμό.
Η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα, ο σημαντικότερος, ίσως, παράγοντας του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού μαζί με το Δίκαιο που αναπτύχθηκε στην Ρώμη και την Χριστιανική Ταυτότητα. Δεν ανήκει σε καμία περίπτωση στην Ανατολή  από την οποία μέσω του Ισλάμ συρρικνώθηκε και αφελληνίστηκε όλο το ανατολικό της μέρος. Δεν ταυτίζεται με την Δυτική Ευρώπη ολοκληρωτικά, για αυτό πρέπει να ενδιαφέρεται φυσικά για τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα αλλά να διατηρεί και την αυτονομία της στο να δημιουργεί απρόβλεπτες συμμαχίες που να την εξυπηρετούν γεωπολιτικά.
Ένα μικρό απόσπασμα  από το βιβλίο «Πλανητική πολιτική μετά τον Ψυχρό πόλεμο» του Παναγιώτη Κονδύλη είναι αρκούντως κατατοπιστικό: «Η αξία μιας συμμαχίας για μιαν ορισμένη πλευρά καθορίζεται από το ειδικό βάρος της πλευράς αυτής μέσα στο πλαίσιο της συμμαχίας. Ισχυροί σύμμαχοι είναι άχρηστοι σ’ όποιον δεν διαθέτει ο ίδιος σεβαστό ειδικό βάρος, εφ’ όσον ανάλογα με τούτο εδώ αυξομειώνεται το ενδιαφέρον των ισχυρών, ίσως να θεωρεί κανείς “απάνθρωπα” και λυπηρά αυτά τα δεδομένα, αν όμως ασκεί εθνική πολιτική αγνοώντας τα, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί σε μια κατάσταση όπου τη λύπη για την ηθική κατάπτωση των άλλων θα διαδεχθεί ο θρήνος για τις δικές του συμφορές».

Η ρευστοποίηση της παγκόσμιας τάξης και η ευκαιρία της Ελλάδας
Όπως ξέρουμε από την ιστορία, όποτε η Ελλάδα συντάχθηκε με τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, μεγάλωσε. Αυτό όμως προϋποθέτει τρεις παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, όπως μας τους περιγράφει ο Βασίλης Μπεκίρης  στο βιβλίο του για την Μικρασιατική Καταστροφή: «Πρώτον, στην πολιτική τα ψεύδη και η ωραιοποίηση προς το εξωτερικό και προς το εσωτερικό προξενούν, αργά ή γρήγορα, καταστροφικές συνέπειες για τους λαούς και τις ηγεσίες τους. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος εμπέδωσε αυτήν την επίγνωση.
Δεύτερον, η πολιτική, ιδίως στα εθνικά θέματα, δεν μπορεί να στηρίζεται απλώς στο δίκαιο ή στην ελπίδα, αλλά πρέπει να λαμβάνει διαρκώς υπόψη τις μεταβαλλόμενες διεθνείς συνθήκες και, χωρίς να αλλάζει απαραίτητα η θεμελιώδης στρατηγική, να επικαιροποιείται τουλάχιστον ως προς την εκάστοτε τακτική.
Τρίτον,  ο διχασμός γύρω από εθνικά θέματα νικάει και τον νικητή. Όλες οι πλευρές εγκλωβίζονται σε αυτοαναφορικά διχαστικά σχήματα και φιμώνουν τις ανεξάρτητες φωνές, που αλλιώς προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες εφοδιάζοντας τους ηγέτες με ποικιλία τεκμηριωμένων επιλογών».
Η υπερφίαλη πολιτική της Τουρκίας του Ερντογάν, άνοιξε πληθώρα μετώπων, έχοντας ηττηθεί σε πολλά από αυτά, έχει αποβεί όχι μόνο σωτήρια για την Ελλάδα, αλλά και έχει ταυτιστεί για ακόμη μια φορά με τις μεγάλες δυνάμεις.
Εν τάχει, με την αθρόα μετανάστευση έχει μεγάλο πρόβλημα η Γερμανία και δευτερευόντως οι άλλες ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης, γιατί πολύ απλά εκεί θέλουν να πάνε οι τριτοκοσμικοί μετανάστες και με την αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης δημιουργεί αναταράξεις στην ευρύτερη ευρωπαϊκή περιοχή. Η Αμερική έχει πρόβλημα γιατί η Ρωσία εξοπλίζει την Τουρκία για να δημιουργήσει πρόβλημα στο ΝΑΤΟ και ενισχύει τους τρομοκράτες του ISIS αφού θέλει να γίνει η ηγετική δύναμη των σουνιτών. Η Ρωσία έχει πρόβλημα όχι μόνο γιατί μια μεγάλη και μουσουλμανική Τουρκία της φράζει το δρόμο προς τις θερμές θάλασσες αλλά και βοηθάει το ISIS ενάντια στον σύμμαχό τους Άσσαντ.  Αλλά και οι περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής όπως η Αίγυπτος και το Ιράν είναι φύση και θέση γεωπολιτικοί ανταγωνιστές της Τουρκίας.
Εδώ δεν αναφέραμε τα εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας με το μεγαλύτερο αυτό των Κούρδων που στηρίζει τώρα η Αμερική. Εκατοντάδες χιλιάδες κρυπτοχριστιανοί και Πόντιοι περιμένουν να διεκδικήσουμε τα προαιώνια ανατολικά εδάφη μας.

Συμπέρασμα, πάλι από τον Παναγιώτη Κονδύλη
Από το βιβλίο του φιλόσοφου Παναγιώτη Κονδύλη «Πλανητική πολιτική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο»: «Όποιος λ.χ. μονίμως επαιτεί δάνεια και επιδοτήσεις για να χρηματοδοτήσει την οκνηρία και την οργανωτική του ανικανότητα, δεν μπορεί να περιμένει ότι θα εντυπωσιάσει ποτέ κανέναν με τα υπόλοιπα “δίκαιά” του.
Ούτε μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα ληφθεί ποτέ σοβαρά υπ’ όψιν μέσα στο διεθνές πολιτικό παιγνίδι, αν δεν έχει κατανοήσει – και αν δεν συμπεριφέρεται έχοντας κατανοήσει – ότι, πίσω και πέρα από τις μη δεσμευτικές διακηρύξεις αρχών ή τις αόριστες φιλοφρονήσεις, τις φιλίες ή τις έχθρες τις δημιουργεί και τις παγιώνει η σύμπτωση ή η απόκλιση των συμφερόντων».

Share This Article