γράφει ο Ν. Αγαπηνός
Καθήκον κάθε Έθνους και ιδιαίτερα των Ελλήνων είναι να θυμούνται τις σημαντικότερες στιγμές της ιστορίας και της εθνική ζωής τους αλλά και να τιμούν τους Εθνικούς αγωνιστές τους. Σήμερα που η πατρίδα μας κατακλύζεται από λαθρομετανάστες και είναι θέμα ολίγου χρόνου η αλλοίωση της εθνοφυλετικής μας σύστασης, σήμερα που τα θαλάσσια αλλά και χερσαία σύνορά μας είναι υπό αμφισβήτηση, σήμερα που η Κύπρος και το υπό κατοχή έδαφος της έχει ουσιαστικά λησμονηθεί, σήμερα που μας κυβερνά ένα ανθελληνικό δημοκρατικό τόξο, σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά πρέπει να θυμόμαστε την ιστορία μας και τους Εθνικούς αγωνιστές μας. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τα Έθνη που λησμονούν την ιστορία τους τότε και η ιστορία τα λησμονεί. Πολλά τα παραδείγματα.
Ας θυμηθούμε λοιπόν την 29η Μαΐου 1453 τότε που ο μέγας αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έδινε την τελευταία μάχη στην πρώτη γραμμή αμύνης και έπεφτε ηρωικά στην πύλη του Ρωμανού. Ήταν η εποχή που η Ελληνική Βυζαντινή Αυτοκρατορία επί χίλια χρόνια αποτελούσε τον μοναδικό φάρο πολιτισμού και απέκρουε τα κύματα των βαρβάρων. Το 1453 η Αυτοκρατορία είχε περιορισθεί στην πρωτεύουσα της, στην πόλη σύμβολο, την Κωνσταντινούπολη. Όταν το 1448 ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έφτανε την Βασιλεύουσα ως Αυτοκράτωρ, γνώριζε πολύ καλά την κατάσταση που επικρατούσε στην Πόλη και γενικά στην περιορισμένη γύρο από την Κωνσταντινούπολη Αυτοκρατορία. Με λίγα λόγια η κατάσταση ήταν τραγική όταν εγκαταλείποντας τον Μυστρά έφθανε στη Βασιλεύουσα. Η κατάσταση αυτή είχε δημιουργηθεί από τη Φραγκοκρατία, τις ραδιουργίες, την ανεπάρκεια και τις φιλοδοξίες της άρχουσας τάξης.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος γνώριζε πολύ καλά ότι για να σωθεί η Πόλη θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό κράτος που θα είχε τον αναγκαίο ζωτικό χώρο, υγιή οικονομία και ενότητα αυτών που θα το απαρτίζουν. Επίσης θα έπρεπε να δημιουργηθούν δυνατές συμμαχίες. Γι’ αυτό το λόγο ταξίδευσε στη Δύση προκειμένου να ζητήσει βοήθεια από τα χριστιανικά κράτη. Δυστυχώς η Ευρώπη δεν ανταποκρίθηκε αλλά και δεν συμπαραστάθηκε στον αγώνα του Ελληνισμού εναντίον των βαρβάρων Οθωμανών. Για ακόμη μία φορά απεδείχθη ότι, για να σωθεί η φυλή, για να επιβιώσει η Ελληνική φυλή, έπρεπε να στηρίζεται στις δικές της και μόνο δυνάμεις.
Η υπερήφανη απάντηση του Παλαιολόγου και η εθελούσια θυσία του
Την άνοιξη του 1453 ξεκινά ο αποκλεισμός και η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. Ο Κωνσταντίνος διαθέτει 7.000 στρατιώτες και 26 πλοία. Από την πλευρά των πολιορκητών ο Μωάμεθ Β΄ έχει ζώσει την Πόλη με 180.000 πολεμιστές και 400 πλοία. Στις 18 Μαΐου 1453 ο Μωάμεθ ζήτησε από τον Παλαιολόγο να του παραδώσει την Πόλη. Αυτός του απαντά: «Το την πόλιν σοι δούναι ούκ εμόν εστίν, ουτ’ άλλον των κατοικούντων εν ταύτη, κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν μη φεισόμενοι της ζωής ημών».
Να λοιπόν μέσα από αυτά τα λόγια του Αυτοκράτορα η διαχρονικότητα της Ελληνική φυλής, η διαχρονικότητα του Έθνους. «Δεν είναι δική μου η Πόλη ούτε αυτών που την κατοικούν», κηρύσσοντας ο Κωνσταντίνος τα ιερά και τα όσια της φυλής. Γνωρίζοντας το τέλος ο Βασιλέας ως ένας νέος Λεωνίδας ήθελε και αυτός με την αυτοθυσία του να δημιουργήσει το παράδειγμα για τις επόμενες γενιές των Ελλήνων. Θέλησε με τον τρόπο αυτό να γίνει ένα προηγούμενο παράδειγμα για τις επόμενες ηγεσίες του Ελληνισμού.
Τελικά η Βασιλεύουσα μετά από την ηρωική άμυνα των πολεμιστών της έπεσε, αφού η κερκόπορτα βρέθηκε ανοικτή στην κυριότερη στιγμή της μάχης. Ο Κωνσταντίνος στην πύλη του Ρωμανού με το σπαθί στο χέρι πέφτει και αυτός. «Η Πόλις εάλω». Οι βάρβαροι τουρκομογγόλοι εισήλθαν στην Πόλη. Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται. Επί τρεις ημέρες λεηλατούσαν, έκαιγαν, βίαζαν, έπαιρναν σκλάβους για να πουληθούν στα παζάρια της Ανατολής. Τα όσα συνέβησαν στην Βασιλεύουσα εκείνες τις ημέρες είναι από τις ζοφερότερες στιγμές της ανθρωπότητας. Τα ίδια σε μικρογραφία συνέβησαν και στη μαρτυρική Κύπρο τον Ιούλιο του 1974 και μέχρι σήμερα τα εγκλήματα εκείνα παραμένουν ατιμώρητα από τη Διεθνή Κοινότητα. Το μήνυμα της Αλώσεως συγκλόνισε ολόκληρο τον Ελληνισμό. Η συμφορά ήταν τρομακτική. Ο θρήνος του Ελληνισμού μετεβλήθει σε μύθους και οράματα. Ποιος δεν γνωρίζει σήμερα το «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θάναι». Αυτή η μυστική ελπίδα ήταν που τόνωνε τις ψυχές των σκλαβωμένων Ελλήνων και τις κρατούσε αδούλωτες και ασυμβίβαστες. Χρειάστηκαν 400 χρόνια σκλαβιάς για να μπορέσει και πάλι το Έθνος να αναστηθεί με την μεγαλειώδη Επανάσταση του 1821.
Εμείς οι Έλληνες Εθνικιστές δεν θεωρούμε την 29η Μαΐου 1453 ως ημέρα μνημοσύνου. Είναι η ημέρα που ακονίζει την πίστη και την αποφασιστικότητα «διπλό – διπλό να πάρουμε αυτό που μας επάρθη».Είναι η ημέρα που μας υπενθυμίζει το υπέρτατο χρέος μας να αγωνιστούμε για να αποδοθεί στο γένος μας ότι του ανήκει.
Οι Έλληνες Εθνικιστές πρέπει να είναι πάντα στην πρωτοπορία των Εθνικών αγώνων για την ύπαρξη της φυλής και την πολιτιστική ανέλιξη του γένους και την απελευθέρωση όσων εδαφών εξακολουθούν να βρίσκονται υπό κατοχή.